Παρασκευή, Ιανουαρίου 26, 2007

Το μεγάλο παζάρι

«Όταν θα πάω, κυρά μου, στο παζάρι…» θα σου πάρω ένα κυπελάκι. Και μαχαιροπήρουνα και βάζα. Της οικοσκευής το κάγκελο δηλαδή. «Σαν βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη…», ο δρόμος να παρακαλάς στους Christie’s να σε βγάλει. Εκεί που πουλιέται πάλι η Ελλαδίτσα κομμάτι κομμάτι. Να ενισχύσεις με τον οβολό σου τον φτωχό βασιλιά που του πήραν οι κακοί μαζί με θρόνους και κορώνες, κτήματα και παλάτια και τον άφησαν απροστάτευτο κι ανήμπορο στη σκληρή βιοπάλη. Μπορείς να φανταστείς τη θέση του; Ν’ ανοίγει μπαούλα και να ψάχνει στα συρτάρια για να ξετρυπώσει ένα ζευγάρι μαχαιροπήρουνα να τα πουλήσει, για να μπορέσει ν’ αγοράσει ένα κιλό φακές και λίγα μακαρόνια για τη φαμίλια του τη φτωχή!
Τα καταφέραμε πάλι και γελοιοποιηθήκαμε σαν έθνος. Ρεζίλι των σκυλιών γίναμε. Έτσι είμαστε εμείς. Λαός γαλαντόμος και πονόψυχος. Τον καταλάβαμε τον πόνο σου, άρχοντα. Νύχτα έφυγες είπαμε, με τα ρούχα που φορούσες μόνο. Με μια γριά μάνα και δυο μωρά στην αγκαλιά. Και πέσαν όρνια αρπαχτικά στο βιος σου και το διαγούμισαν. Κι έμειναν κάτι λίγα, σκόρπια εδώ κι εκεί, από την κληρονομιά των προγόνων σου. Κι εμείς πάλι έτσι θα σ’ αφήναμε; Με την πίκρα και τον πόνο; Να ζεις με το μαράζι στη μαύρη ξενιτιά; Όχι.
Είμαστε κράτος φιλότιμο εμείς. Τα ρουχαλάκια και τα παιχνίδια των παιδιών θα σου στερούσαμε; Επιτροπές φτιάξαμε. Καλαμαράδες με μυωπικά γυαλιά και μακριά μαύρα μανίκια δούλεψαν μέρες και νύχτες ατέλειωτες. Κι άρχισε η διαλογή κι ο διαμερισμός στα ιμάτιά σου. Αυτό δεν κάνει, εκείνο δεν πρέπει. Τούτο; Μμμ…, αυτό κάτι λέει. Με κόπο πολύ και σκληρή δουλειά ξεδιάλεξαν αυτά τα λίγα. Και γέμισαν είκοσι ένα (21) -ναι, καλά ακούσατε- 21 κοντέινερ με είδη πρώτης ανάγκης και σου τα στείλαμε. Νύχτα βέβαια για να μην έχει και κίνηση στους δρόμους, αλλά όμως σου τα στείλαμε. Με βούλες κι υπογραφές κι «ετέθη η Μεγάλη του Κράτους Σφραγίς» στις λίστες.
Συγκινημένος δήλωνε ο κ.Μητσοτάκης, πρωθυπουργός της εποχής, κι ο κ.Παλαιοκρασσάς γι’ αυτή τους τη μεγαλοψυχία. Κι ο άρχοντας ο ξεπεσμένος, σίγουρα θα συγκινήθηκε και μια χαρά θα ένιωσε επιτέλους, στην πονεμένη, ξενική καρδούλα του. Κάπου θα ’χε ν’ ακουμπήσει τώρα τα κρύα χειμωνιάτικα βράδια και τα παραμύθια στ’ αρχοντόπουλά του για πρίγκιπες και βασιλιάδες θα ήταν πιο παραστατικά.
Μα ’ρθαν χρόνοι δίσεκτοι και καιροί ανάποδοι και πονεμένοι. Ακρίβυνε η ζωή, μεγάλωσαν και τα παιδιά κι έχουν κι αυτά ανάγκες. Κι ο άρχοντας του παραμυθιού με πρησμένα από το κλάμα μάτια και τρεμάμενα χέρια άνοιξε τα σεντούκια του κι άρχισε το ξεδιάλεγμα. Κάτι να βρει που ν’ αξίζει. Να το πουλήσει για ένα κομμάτι ψωμί, μια χούφτα ελιές και με τίμημα ένα δάκρυ που θα κυλήσει στα ζαρωμένα του μάγουλα. Δεν βρήκε πολλά. 882 κομμάτια όλα κι όλα της συλλογής ενός προπάππου του βασιλιά, του Γεωργίου του Α΄ . Και πέσαν πάνω του να τον φάνε. Να τον κατηγορήσουν πως ξεπουλά κειμήλια εθνικά. Να φορτώσουν κι άλλον πόνο στην ψυχή του την πικραμένη.
Ο κ.Βουλγαράκης! που ήρθε όψιμος υποστηρικτής της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, λες και δεν ήταν μέλος της κυβέρνησης που του τα ’δωσε. Και μπήκε στη μάχη με όπλα ψεύτικα κι άσφαιρα πυρά. Εξώδικα στους Christie’s έστειλε με λόγια μανιστικά κι απειλητικά μέσα. Μην περάσουν τα μαχαιροπήρουνα σε χέρια ξένα, βαρβαρικά, φοβήθηκε. Αυτά μας πόνεσαν; Γι’ αυτά νοιαστήκαμε την ώρα που ένα τεράστιο «πωλείται» έχει αναρτηθεί απ’ άκρου εις άκρον της χώρας; Δεν διαφέρετε σε τίποτα, κύριοι. Ο Γλύξμπουργκ τουλάχιστον πουλά τ’ ασημικά που του δώσατε εσείς, η κυβέρνησή σας, ενώ ο κ.Αλογοσκούφης συμπεριφέρεται σαν τον κακό κληρονόμο που ξεπουλά τα πάντα. Νομίζω; Ή μήπως έτσι είναι πραγματικά;

Παρασκευή, Ιανουαρίου 19, 2007

ΜΗ ΜΙΛΑΣ, ΜΗ ΓΕΛΑΣ

Μη μιλάς, μη γελάς, ή μάλλον γέλα με την κατάντια μας. Τριάντα μέχρι πενήντα κουκουλοφόροι καταλύουν κάθε τρεις και λίγο το κράτος, ποδοπατούν κάθε έννοια νόμου και τάξης, εξευτελίζουν την αστυνομία. Οι τριάντα μέχρι πενήντα αντιεξουσιαστές που άνοιξαν, λέει, βεντέτα με την αστυνομία επειδή ο κ. Πολύδωρας τόλμησε κι είπε πέντε κουβέντες παραπάνω. Γιατί είπε το αυτονόητο. Πως κι ο αστυνομικός, άνθρωπος είναι κι όταν δέχεται επίθεση μπορεί να χάσει την ψυχραιμία του και να χρησιμοποιήσει όπλο. Κι ύστερα θα τον πουν φονιά. Και θα φωνάζουν για μέρες τα κανάλια και θα ξεχειλίζει από αγανάκτηση ο λόγος των υπερασπιστών των δικαιωμάτων του πολίτη. Κι εγώ τον κ. Πολύδωρα ρωτώ. Γιατί δεν τους πιάνετε; Δεν θέλετε; Πείτε το. Δεν μπορείτε; Παραδεχτείτε το και ζητήστε βοήθεια δεν ξέρω κι εγώ από πού. Παραδεχτείτε πως τριάντα μέχρι πενήντα οργισμένοι νεαροί είναι πιο ισχυροί από το κράτος σας, από τους χιλιάδες αστυνομικούς σας, από τη «θωρακισμένη» κοινωνία σας. Οι τριάντα μέχρι πενήντα αναρχικοί!
Εντάξει, σας αιφνιδίασαν μια φορά, δύο, πέντε. Κι εσείς δεν είστε ικανοί να φτιάξετε ένα σχέδιο της προκοπής; Την ώρα των επεισοδίων, ας πούμε, να κλείσετε δυο τρεις δρόμους, να κλείσετε τις οδούς διαφυγής και να τους πιάσετε σαν τα ποντίκια στη φάκα; Τι περιμένετε; Χθες είδαμε αστυνομικούς ζωσμένους στη φωτιά, καμένα αυτοκίνητα, καταστροφές. Αύριο τι;
Μπάστε σκύλοι… Ο κακός χαμός γίνεται για το άρθρο 16 και το άσυλο των πανεπιστημίων. Με τους «προοδευτικούς» να τα υπερασπίζονται με μανία και τα δύο. Να μείνουν τα πανεπιστήμια στο ίδιο χάλι γιατί φοβούνται (;) τον ανταγωνισμό των ιδιωτικών. Γιατί θα χάσουν οι πανεπιστημιακοί το μονοπώλιο των κοινοτικών προγραμμάτων. Τον πακτωλό των χρημάτων που διαχειρίζονται κατά το δοκούν. «Μην θίγετε τα κακώς κείμενα». Κι ας αναγκάζεται ο κάθε κακομοίρης να στέλνει το παιδί του για σπουδές στην Ιρλανδία, στη Σκωτία, την Πολωνία, τη Βουλγαρία κι όπου αλλού, αφού οι «κουτόφραγκοι» κι οι άλλοι έχουν πανεπιστήμια που μαθαίνουν γράμματα τα παιδιά και δεν εκπαιδεύονται στις καταλήψεις και τη λούφα.
Υπάρχουν, λέει, άκουσον – άκουσον χώροι του Πολυτεχνείου της Αθήνας κι αυτού της Κρήτης που τελούν υπό κατάληψη εδώ και δεκαπέντε χρόνια από περιθωριακά στοιχεία και αναρχικούς. Που κλέβουν, καταστρέφουν, βιάζουν, κάνουν χρήση ναρκωτικών ανενόχλητοι. Το άσυλο γαρ. Ο πρύτανης του Πολυτεχνείου Κρήτης βγήκε και το κατάγγειλε με κάθε επισημότητα. Οι καταληψίες, λέει, του διεμήνυσαν «μη μιλάς γιατί θα σου κάψουμε την Πρυτανεία», ο αστυνομικός επιθεωρητής «ωχ, αδερφέ, εγώ θα βγάλω το φίδι από την τρύπα;» κι ένας καθηγητής, κάποιος Πρωτονετάριος, διερρήγνυε τα ιμάτια του. «Αυτό είναι το πρόβλημα;» αναρωτιόταν σοβαρά. Δεν είναι πρόβλημα, κ. καθηγητά; Αυτή είναι η έννοια του ασύλου; Η ασυδοσία; Στα πανεπιστήμια πρέπει να γίνεται ελεύθερη διακίνηση ιδεών κι όχι ναρκωτικών. Χώροι ιεροί, που πρέπει να παραμείνουν ανενόχλητοι κι απερίσπαστοι να επιδίδονται στην ανάπτυξη των επιστημών και να διασφαλίζουν το δικαίωμα στην μάθηση. Τώρα αν εσείς θέλετε να τα μετατρέψετε σε εργαστήρια κατασκευής μολότοφ κι ορμητήρια αναρχικών, αυτό είναι άλλο θέμα. Είναι ντροπή για τον πολιτισμό και τη δημοκρατία μας αυτές οι εικόνες, κ. καθηγητά, νομίζω.
Μη μιλάς, καλύτερα να σιωπάς στη χώρα της υπερβολής και του ακατανόητου. Δεν μπορεί, λέει, ο υπουργός άμυνας να δώσει τα ονόματα των φυγόστρατων γιατί δεν του το επιτρέπει η αρχή προστασίας προσωπικών δεδομένων. Και δεν είναι μόνο αυτό. Την ανωνυμία προστατεύει του κάθε λογής παράνομου. Του παιδεραστή, του βιαστή, του εμπόρου ναρκωτικών. Μη μιλάς…
Μη μιλάς, γέλα. Τα κόμματα εξουσίας κατηγόρησε ο πρώην πρωθυπουργός, ο κ. Σημίτης. Για σύγκλιση απόψεων μίλησε. «Δυσδιάκριτα τα όρια ανάμεσα σε ΠΑΣΟΚ και ΝΔ» είπε. Ποιος μπορεί να διαφωνήσει μαζί του; Κανείς νομίζω ή έστω ελάχιστοι. Μόνο που δεν μας είπε το όνομα εκείνου που μόλις ανέβαλε την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ έδωσε το παράγγελμα «κλείνατ’ επί ΔΕΞΙΑ». Έτσι για να μην ξεχνιόμαστε.

Τρίτη, Ιανουαρίου 09, 2007

ΜΕΘΕΟΡΤΙΑ

Ξέσκολα κι είν’ ώρα να γυρίσει ο κάθε κατεργάρης στον πάγκο του. Ό,τι φάγαμε, φάγαμε κι ό,τι ήπιαμε, ήπιαμε. Όσοι μπόρεσαν δηλαδή και δεν τους έπνιξε η αναγούλα από τα όσα είδαμε κι ακούσαμε τις άγιες μέρες που πέρασαν.
Ήταν ή μου φάνηκαν εμένα οι πιο νερόβραστες σκόλες; Κατ’ αρχήν μέσα στην καλοκαιρία τόσο που περισσότερο σαν όψιμο Πάσχα μου έφερνε παρά σαν Χριστούγεννα. Κι ότι που πήγαινα να ξεχαστώ με τις χαρούμενες φωνούλες, ακόμη και τις παράφωνες, που έψελναν τα κάλαντα στους δρόμους, φλαααπ η κατραπακιά η ξανάστροφη από τα δελτία ειδήσεων να με επαναφέρει βίαια στην πραγματικότητα. Και τι δεν έγινε αυτές τις μέρες! Κλοπές, ληστείες, επιθέσεις γκαγκστερικές. Θέλω ο χριστιανός να παρακολουθήσω ειδήσεις και μου δένονται τ’ άντερα κόμπος. Να μου κόβονται τα ήπατα από τον φόβο και τις νύχτες με τον παραμικρό θόρυβο να πετάγομαι πάνω τρελαμένος για να ελέγξω αν είναι καλά σφαλισμένα κι αμπαρωμένα τα πορτοπαράθυρα, αν κοιμούνται τα κοπέλια στα κρεβάτια τους κι αν είναι γεμάτη η καραμπίνα «διά παν ενδεχόμενο».
«Χαίρε η κτίσις όλη» προσπαθούσε να με πείσει τ’ αλβανάκι με το τρίγωνο μιας και τα δικά μας μεγαλοπιάνονται και δεν καταδέχονται να πιάσουν τα σπίτια και τις γειτονιές. Θαμπά τα φώτα στους δρόμους, φτωχά τα στολίδια στην πόλη, άδεια τα μαγαζιά κι η αγορά «κάτω του μετρίου». Μόνη ανεβασμένη η ένταση της φωνής του εκφωνητή. «Επιχειρηματίας ασελγούσε επί σειρά ετών εις βάρος ανηλίκων. Συνένοχος κι ο πατέρας που εισέπραττε αντίτιμο για τις ασελγείς πράξεις». Το άλλο κανάλι ληστείες. Τ’ άλλο βιασμούς, το παράλλο νοθείες. Η σειρά μόνο διαφέρει. Ένας, ένας, βρε παιδιά. Απ’ όλα έχει ο μπαχτσές, όλοι θα πάρετε. Να χορτάσει το μάτι, να ’ρθει να γουρλώσει, να κοντεύει να βγει έξω από τον τρόμο.
Εντάξει. Με τον Σαντάμ ξεμπέρδεψαν της γης οι ισχυροί. Τέτοιος που ήταν και λίγα του κάνανε. Ας έσκυβε κι αυτός λίγο το κεφάλι για να μην είναι υποχρεωμένοι μετά να του το σηκώνουν ψηλά για να του περάσουν τη θηλειά. Της γης οι ισχυροί! Που διαμερίζονται τα ιμάτια των λαών και οικειοποιούνται τις τύχες των αδυνάτων με σημαδεμένα χαρτιά, χωρίς να έχουν την ανάγκη να τραβήξουν ούτε κλήρο. Αμερικάνοι κι Εγγλέζοι κι ο νέος γραμματέας του ΟΗΕ από κοντά που βγήκε πρωτοχρονιάτικα να πει πως έχουν κάθε δικαίωμα οι κατοχικοί ηγέτες να κρεμούν όσους δεν γλύφουν τις μπότες τους τις κατουρημένες. PAX AMERICANA όπως «επί γης ειρήνη».
Με πήρε πολύ κάτω και σκέφτομαι σοβαρά να το ελαφρύνω. Καθόλου δύσκολο. Απλά αλλάζω κανάλι. Εδώ το πράγμα είναι πιο λάιτ. Το πρόγραμμα έχει νοθείες παντού. Από καύσιμα και τρόφιμα μέχρι στρατολογικά έγγραφα. Θα βάλω βενζίνη; Αν δεν με κλέψουν στην τιμή θα μου τη φέρουν στην ποιότητα. Θ’ αγοράσω τυριά κι αλλαντικά τίγκα στη διοξίνη; Μελομακάρονα και κουραμπιέδες; Άσ’ το καλύτερα. Πήγα στον στρατό κι υπηρέτησα είκοσι οκτώ μήνες παραμεθόριο; Κοροΐδο είμαι. Έτσι φλαπ, κατάμουτρα. Να ξυπνήσω πρέπει. Να πονηρέψω, να παίξει το μάτι μου αν θέλω να επιβιώσω. Έ, όχι βρε. Δεν θα σας κάνω το χατίρι.