Τετάρτη, Δεκεμβρίου 24, 2008

Kαλά Χριστούγεννα



















Φωτιές εδώ, σφαίρες εκεί, νεκρό παιδί στη φάτνη
Χριστούλη μου μην είσ’ εσύ κι η Παναγιά σε ψάχνει;

Λυσσομανάει ο βοριάς, καρδιές, ψυχές παγώνει
φτάσανε τα Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά σιμώνει

με μια αβεβαιότητα στην πλάση να πλανιέται
και κρίση οικονομική που όλο ξεπερνιέται

κι όλο φουντώνει κι απειλεί τα πάντα ν’ αφανίσει
τους δυνατούς στα Τάρταρα βάλθηκε να γκρεμίσει.

Ο νεογέννητος Χριστός ας φέρει τη γαλήνη,
τη ζεστασιά στα σπιτικά και επί γης ειρήνη.

Καλές γιορτές σας εύχομαι, ξέγνοιαστες με υγεία
με αφθονία αγαθών, στους δρόμους ηρεμία.


Καλές γιορτές!

Τρίτη, Δεκεμβρίου 23, 2008

Επεισόδια

Οι διαδηλώσεις αυτές δεν μοιάζουν με καμιά από τις προηγούμενες που έχουμε ζήσει. Γιατί σ’ αυτές πρωταγωνιστούν νεαροί. Γιατί βγήκαν στους δρόμους αμούστακα παιδιά με τον θυμό να πλημμυρίζει τις αθώες τους καρδιές. Έχουν περάσει τόσες μέρες κι όμως τα παιδιά επιμένουν. Αναρωτήθηκε άραγε κανείς μας γιατί;
Ο θάνατος του Αλέξη, του συνομίληκού τους, ήταν η αιτία ή μήπως απλά ήταν η αφορμή; Σίγουρα ο πρώτος έπαιξε καθοριστικό ρόλο, αλλά τα αίτια είναι βαθύτερα κι είμαστε κι εμείς υπεύθυνοι γι’ αυτά. Εμείς που επιτρέψαμε να δημιουργηθούν οι ασφυκτικές συνθήκες που τα κάνουν να επαναστατούν. Γιατί τους παραδίδουμε ένα κόσμο γεμάτο αδιέξοδα. Αυτά απλώς γεννήθηκαν και μεγάλωσαν σε μια κοινωνία χωρίς ιδανικά, χωρίς παιδεία, χωρίς ηθικούς φραγμούς.
Γιατί τα φορτώσαμε μ’ ένα σωρό άχρηστα μαθήματα, τα πνίξαμε στα φροντιστήρια και τα σπρώξαμε στο κυνήγι του άψυχου βαθμού. Γιατί δεν τα μάθαμε να σέβονται τους άλλους αφού πρώτοι εμείς δεν τα σεβαστήκαμε. Γιατί δεν τους μάθαμε να τιμούν τα σύμβολα αφού δεν τους εξηγήσαμε τι αντιπροσωπεύουν κι είναι γι’ αυτά αδιάφορα και ξένα. Γιατί δεν τα κρατήσαμε στη ζεστασιά του σπιτιού επειδή λείπαμε οι ίδιοι. Γιατί χαθήκαμε στην πανάκεια του ευδαιμονισμού και του πλουτισμού. Έτσι τα ιδανικά που τους κληρονομήσαμε ήταν η αρπαχτή, το εύκολο κέρδος, οι «άκρες» και το μέσον.
Γιατί τα περιθωριοποιήσαμε στα φτηνά μπαράκια και τα ίντερνετ καφέ. Γιατί ο προορισμός Γυμνάσιο-Λύκειο-Πανεπιστήμιο δεν τα ελκύει πια αφού η συνέχεια τους είναι γνωστή. Απαξίωση-ανεργία-εξάρτηση. Από ποιους; Από μας. Που θα πρέπει να τους συμπληρώνουμε διά βίου τον μισθό της εξαθλίωσης, αν τον πετύχουν κι αυτόν. Κι από πάνω τα σκοτώνουμε κιόλας στην πρώτη ευκαιρία. Κανονικά αυτή τη φορά. Ενσυνείδητα και ανάλγητα. Ανά χείρας όπλο-σκόπευση-θάνατος. Έτσι, για να τους σπάσουμε τον τσαμπουκά.
Τα παραξηγήσαμε τα παιδιά μας, ή μήπως δεν ασχοληθήκαμε ποτέ μας μ’ αυτά; Με τα προβλήματά τους, τις ανασφάλειές τους, τα αισθήματά τους. Όμως είναι νέοι και το αίμα τους βράζει. Αντιδρούν, αγανακτούν, ξεσπούν. Παίρνουν πέτρες και τις πετούν στα ξερά μας κεφάλια. Που ακόμη και τώρα δεν παίρνουν μπροστά να σκεφτούν λίγο.
«Να μ’ αγαπάς» τραγουδούν με απόγνωση, κάνουν καθιστική διαμαρτυρία, μοιράζουν λουλούδια, θρηνούν. Κι εμείς στον κόσμο μας. Σ’ αυτόν τον άδειο κόσμο, τον γεμάτο υποκρισία και ψευτιά.
Άλλος ένας προϋπολογισμός ψηφίστηκε μέσα σε κλίμα γενικευμένης αβεβαιότητας. Λόγια μεγάλα, κούφια, ακούστηκαν κατά τη διάρκεια της συζήτησης, ένθεν κακείθεν. Και μέσα στον ορυμαγδό, μια γλυκιά φωνή προσπαθεί να μας πείσει πως ήρθε η ώρα να αποκτήσουμε φορολογική συνείδηση.

Δεν μπορεί, βρε παιδιά, να μιλάνε σοβαρά.
Ειλικρινά σας λέω, πλάκα μας κάνουν.
Εκτός κι αν έχουν σαλτάρει εντελώς.
Άντε και καλές γιορτές.

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 11, 2008

Αντί απαντήσεων…. Μηνύσεις

Κύριε διευθυντά,
Διάβασα στην εφημερίδα σας (Ρεθεμνιωτικα Νέα φύλλο 11-12-08) ένα σχόλιο με τίτλο «Όταν κάνουμε την τρίχα τριχιά», κι απ’ ό,τι κατάλαβα πέσατε κι εσείς θύμα της καλώς νοούμενης δημοσιογραφίας. Της υποχρέωσης δηλαδή που έχετε να ενημερώνετε το κοινό, να δημοσιοποιείτε και να κριτικάρετε πράξεις και παραλείψεις της Διοίκησης. Σας βλέπω να ξαφνιάζεστε που αντί μιας απάντησης που θα ανασκεύαζε το άρθρο σας ή εν πάση περιπτώσει θα αντέκρουε την ακρίβεια των στοιχείων σας, βρεθήκατε κατηγορούμενοι. Δεν είναι η πρώτη φορά, ξέρετε. Τα ίδια έπαθα κι εγώ πρόσφατα κι από την ίδια υπηρεσία μάλιστα.
Το έγγραφο του Νομάρχη που έθετε σε αμφισβήτηση το Πολεοδομικό Σχέδιο των οικισμών Πανόρμου, Μπαλί, Πλακιά και της Αγίας Γαλήνης, σε συνδυασμό με έγγραφο του ΥΠΕΧΩΔΕ του 2004, σχολίαζα με το άρθρο μου «Περί οικισμών, συνέχεια», και έθετα κάποια ερωτήματα. Συγκεκριμένα ρωτούσα επί λέξει: «Του τα είπαν; (του Νομάρχη). Από τότε έχουν περάσει 4 χρόνια. Έγινε κάτι; Μας ενόχλησε κάποιος ή μόνοι μας προσπαθούμε να βγάλουμε τα μάτια μας;»
Γενικά και αόριστα έγραφα. Το πρόβλημα του νομού εξέθετα χωρίς να αναφέρω ονόματα και υπευθύνους, που άλλωστε δεν ήμουνα σε θέση να γνωρίζω. Και ενώ ανέμενα μια απάντηση από κάποιον αρμόδιο, εισέπραξα μια μήνυση από τον Προϊστάμενο της Πολεοδομίας. Δεν έχετε τα πρωτεία, λοιπόν. Ίσως από κεκτημένη ταχύτητα βρεθήκατε κι εσείς στην ίδια θέση, αφού η βιομηχανία μηνύσεων του προαναφερομένου Προϊσταμένου καλά κρατεί.
«Πολλά πράγματα έχουμε παραξηγήσει σ’ αυτόν τον τόπο. Τον τρόπο που ζούμε και πολιτευόμαστε. Τον τρόπο που κάποιοι έχουν την απαίτηση να ασκούν την όποια εξουσία διαθέτουν. Την ανοχή του πολίτη, που τη θεωρούν δεδομένη, και που, σαν πληβείος την εποχή της ρωμαιοκρατίας, είναι υποχρεωμένος να σκύβει το κεφάλι και να δέχεται το αποτέλεσμα της αλαζονείας τους αδιαμαρτύρητα…», έγραφα στο άρθρο μου «Προσοχή!!! Μηνύσεις!» μετά την απολογία μου στην κ. Πταισματοδίκη. Και κατέληγα : «Έτσι είναι, κύριοι, αν έτσι νομίζετε, αφού κάθε δημόσιος υπάλληλος αντί για υπηρέτης του πολίτη που πρέπει να είναι, θεωρεί τον εαυτό του υπεράνω πάσης αμφισβήτησης και κριτικής».
Με την ευκαιρία σας πληροφορώ πως μόλις χθες παρέλαβα το κλητήριο θέσπισμα. Στις 15 Ιανουαρίου 2009 καλούμαι να παρουσιαστώ ενώπιον του 3/μελούς Πλημμελειοδικείου για να δικαστώ. Μην ξαφνιάζεστε λοιπόν. Η νέα τάξη πραγμάτων μπορεί να μας επιφυλάσσει μεγαλύτερες ακόμη εκπλήξεις.

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 10, 2008

Στρουθοκάμηλος

Το βάζει στα πόδια μόλις αισθανθεί κίνδυνο αυτό το ζωντανό. Και πάει βολίδα. Τύφλα να ’χει ο Κεντέρης τότε που ήταν στα πάνω του. Τέτοιο ένα πράγμα! Όταν η κατάσταση σκουρύνει όμως και αντιληφθεί πως δεν μπορεί να ξεφύγει, τότε χώνει το κεφάλι του στην άμμο. «Όχι κορόιδο είμαι να κάθομαι να βλέπω», θα σκέφτεται στα σίγουρα. Κι όσο αυτό δεν βλέπει, θεωρεί πως το ίδιο κάνουν κι οι άλλοι μέχρι να το τσακώσουν.
Έγραψα προ ημερών ένα άρθρο με τίτλο «Είπατε τω βασιλεί». Ανέλυα εκεί πόσο επίκαιρος είναι σήμερα ο αρχαίος χρησμός και πώς οι δημοσκοπήσεις στέλνουν στον βασιλιά μήνυμα πως το παραμύθι τέλειωσε για χίλιους και δύο λόγους. Ενόχλησε το άρθρο μου αυτό. Πράγμα που σημαίνει πως ήταν καίριο και εύστοχο. Ίσως και να πόνεσε κάποιους. Έτσι κάποιος πολιτικός επιστήμονας, κατά δήλωσή του, που θεώρησε τον εαυτό του αυτόκλητο (;) υπερασπιστή του κυβερνητικού έργου, βγήκε λάβρος εναντίον μου καταλογίζοντάς μου τα μύρια όσα.
Καταρχήν θα σ’ ευχαριστήσω, φίλε μου, για τη σημασία που έδωσες στο άρθρο μου και για τον κόπο που μπήκες να μου απαντήσεις. Δεν θα σχολιάσω βέβαια τις προσωπικές κατηγορίες εναντίον μου γιατί θεωρώ πως δεν αξίζει τον κόπο. Μπορώ να σε καθησυχάσω ωστόσο διαβεβαιώνοντάς σε πως δεν με ενδιαφέρουν ούτε υποψηφιότητες, ούτε άλλου είδους καρέκλες. Ποτέ στη ζωή μου δεν μ’ ενδιέφεραν. Άλλωστε ο βίος μου το αποδεικνύει. Αυτοδημιούργητος είμαι, φίλε μου, άρα και Αυτεξούσιος με το άλφα κεφαλαίο. Το Ρέθυμνο είναι μικρό και γνωριζόμαστε όλοι μεταξύ μας. Κι όταν το ΠΑΣΟΚ αλώθηκε εκ των έσω από τους εκσυγχρονιστές και τον Σημίτη, που οδήγησε τη χώρα στις αγκάλες της Δεξιάς, είχα το θάρρος να διαχωρίσω τη θέση μου και να ενταχθώ στο ΔΗΚΚΙ του Τσοβόλα. Του «γιου του αγωγιάτη», όπως αναφέρεις, ίσως για να συμψηφίσεις τον «γιο του ταχυδρόμου». Μόνο που τον Τσοβόλα, αγαπητέ μου φίλε, δεν τόλμησε ποτέ να τον κατηγορήσει κανείς ούτε για ατασθαλίες, ούτε για οικονομικά σκάνδαλα. Δεν πλούτισε από την πολιτική, δεν απόκτησε κότερα και βίλες με πισίνες και δεν έκανε κόλλυβα την Ελλάδα να τη μοιράσει στους παπάδες.
Ακόμη και το «Τσοβόλα δώστα όλα», που κάνατε σημαία, γνωρίζεις πολύ καλά πως ήταν εντολή του Ανδρέα στον τότε υπουργό του να εξαντλήσει όλες τις δυνατότητες και να δώσει ψωμί στον λαό. Γιατί ο Ανδρέας, εκτός των άλλων, είχε και κοινωνική ευαισθησία.
«Για την υπόθεση Βατοπεδίου έχουμε πολιτικές ευθύνες», δήλωσε ο Μεϊμαράκης. «Ας ξυπνήσουν, αλλιώς ας φύγουν όσοι τυχόν βλέπουν ακόμη την κοινωνία πίσω από τα φιμέ τζάμια των λιμουζίνων τους», κραυγάζει ο Πουπάκης, ο αρχισυνδικαλιστής της ΔΑΚΕ. Και συνεχίζει, «με προκλητικούς μαμμωνάδες, Αθανασόπουλους, Αράπογλου και λοιπούς τραπεζίτες, γκόλντεν μπόις, πλατινένιους μάνατζερ και γιάπηδες των κολάρων, δεν αντιμετωπίζεται η κρίση». Οι δικοί σας τα λένε αυτά, αγαπητέ μου φίλε, και σίγουρα αυτοί κάτι παραπάνω θα γνωρίζουν. Στον Τατούλη, τον Πολύζο και τον Δαϊλάκη, που τη μια μέρα τον διαγράφατε και την επομένη τον εκλιπαρούσατε να επιστρέψει γιατί δεν έβγαιναν τα κουκιά, σε παραπέμπω. Στον Ρεγκούζα των τελωνείων, στον Τσιτουρίδη των ομολόγων, στον Μαγγίνα των αναψυκτηρίων, στον Βουλγαράκη και τον Ρουσόπουλο του Βατοπεδίου. Μόνο που ο τελευταίος αποτελούσε την ομιλούσα πηγή του βασιλιά και τώρα πάει…, στέρεψε.
Στο θέμα μας τώρα. Το παραμύθι τέλειωσε για χίλιους δυο λόγους λένε τα σημάδια. Κι αν θα παραλείψω σήμερα τους χίλιους, είναι για λόγους οικονομίας και μόνο. Τους άλλους δύο θα τους επαναλάβω όμως.
Του Έλληνα, φίλε μου, κάνε του ό,τι θέλεις. Υποσχέσου του, φούσκωσέ του τα μυαλά, φανάτισέ τον, δεν πρόκειται να σου κρατήσει κακία. Άλλωστε το παραμύθι το τραβάει η ψυχούλα του. Από αρχαιοτάτων χρόνων το τραβούσε. Τούτη η φυλή, το έθνος τούτο, πάνω στο παραμύθι στηρίχτηκε. Μ’ αυτό πέρασε τη σκλαβιά και μ’ αυτό μεγαλούργησε. Στο συμφέρον μην τον ρίξεις μόνο τον Έλληνα και μην του θίξεις το φιλότιμο, γιατί αγριεύει. Γίνεται κακός τότε, εκδικητικός, και αντιδρά σπασμωδικά. Κι αυτά ο ράθυμος βασιλιάς δεν τα σεβάστηκε. Κλεισμένος στο Κυβερνητικό Μέγαρο ή απομονωμένος στη γαλήνη της Ραφήνας, άφησε το καράβι ακυβέρνητο και τους υπουργούς και τους υποτακτικούς τους ασύδοτους ν’ αλωνίζουν. Αλλά αυτοί αποδείχτηκαν άπληστοι. Έφαγαν, έφαγαν, έφαγαν και μέσα στης κραιπάλης τους την παραζάλη είπαν να τα ’χουν καλά και με τον Θεό. Και σαν καταλληλότερο αντιπρόσωπό του βρήκαν έναν διαβολοκαλόγερο, τον Εφραίμ, που κόντεψε να πάρει και τα σώβρακα του ήδη ξεζουμισμένου λαουτζίκου.
Δώσε, του λέει ο Αλογοσκούφης, δώσε οι Οργανισμοί, κι οι δήμαρχοι ακόμη του λένε δώσε. Μόνο που δεν έχει πια να δώσει άλλα. Άφησε που ξύπνησε και το φιλότιμο μέσα του. «Ρε συ, αυτοί θα μας φάνε ζωντανούς», άρχισε να μουρμουρίζει δειλά ο ένας στον άλλο. Στο πρώτο σκάνδαλο ξαφνιάστηκαν, στο δεύτερο μούδιασαν, στο τρίτο πια είχαν συνηθίσει. Μόνο που η ιστορία με το Βατοπέδι ήταν διαφορετική. Πολλά τα λεφτά κι η πρόκληση ακόμη πιο μεγάλη. Με κεντρικό σχεδιασμό και άψογη εκτέλεση. Με υπουργούς, τέως και εν ενεργεία, μπλεγμένους. Με Νομικά Συμβούλια, Δημόσιους Εκτιμητές, δικηγόρους, συμβολαιογράφους και την Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου σε ρόλο κατακτημένου Οργανισμού που τα παραδίδει όλα αμαχητί.
Μαθεύτηκε η ιστορία. Πώς θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά; Την πήραν τα κανάλια και την έκαναν σήριαλ. Από το πρωί μέχρι το βράδυ άκουγαν έκπληκτοι οι υποτελείς αυτού του τόπου για λίμνες, παραλίμνιες εκτάσεις, οικόπεδα, μεζονέτες. Χώρια τα Ολυμπιακά Ακίνητα, τα δάση κι οι αρχαιολογικοί χώροι. Όλα με φιρμάνια και χρυσόβουλα αποκτημένα. Απ’ όλα είχε ο μπαχτσές. Από χορεύτριες οριεντάλ μέχρι απειλές, εκβιασμούς και χρήμα, μπόλικο χρήμα σε υπόγειες διαδρομές. Συθέμελα σείστηκε το σαθρό σύστημα που είχαν εγκαταστήσει με τις αποκαλύψεις αυτές. Το «σεμνά και ταπεινά» δεν περνούσε πια κι οι Ηρακλειδείς του στέμματος αποδείχτηκαν τζάμπα μάγκες που πάνω στην ανάγκη το έπαιζαν αγνές παρθένες.
Άργησε να το πάρει είδηση ο αλαζόνας βασιλιάς. Για την ακρίβεια κάτι πήγε να καταλάβει όταν είδε την αυλή του να κινδυνεύει. Καθυστερημένα αντέδρασε και προσπάθησε να τα μαζέψει. Έδιωξε για τα μάτια του κόσμου κάνα δυο υπουργούς, έστησε και μια Εξεταστική όχι για να ερευνήσει αλλά για να κουκουλώσει. Μόνο που στην Εξεταστική μετείχαν και κάτι κακά παιδιά που έκαναν φύλλο και φτερό όποιο δυστυχή μάρτυρα έπεφτε στα χέρια τους. Εκεί να έβλεπες ρεζιλίκι. Νομικοί Σύμβουλοι κατά Υπουργών. Υπουργοί κατά Συμβούλων. Τωρινοί κόντρα στους πρώην και πρώην κατά πάντων. Τι να σου κάνει κι ο Αρχιεισαγγελέας! Άνθρωπος είναι κι αυτός και πού να τα προλάβει όλα. Εντάξει. Μίλησε για παραπλανημένους υπουργούς, με το ζόρι έστειλε τη δικογραφία στη Βουλή, μπλόκαρε και την όποια δικαστική συνδρομή, το αποτέλεσμα ωστόσο ήταν φτωχό, απογοητευτικό.
119 μάρτυρες πέρασαν. Άλλοι εμφανίστηκαν σεμνοί, άλλοι έβγαλαν τα σώψυχά τους κι άλλοι, όπως ο Ρουσόπουλος κι ο Ψωμιάδης, το έριξαν στην τρελή. Πέρασε η προθεσμία που είχαν τάξει και κατέβασε άρον –άρον τα ρολά η Εξεταστική. Τα δύσκολα όμως αρχίζουν τώρα. Θα τολμήσουν να επιρρίψουν ευθύνες; Που η αναγνώριση ευθυνών σημαίνει Προανακριτική κι ο Πρωθυπουργός έχει μόνο 151 βουλευτές και δεν αντέχει να πάθει κανένα χουνέρι. Θα τα κουκουλώσουν; Και πώς; Που τους κράζουν κι οι δικοί τους ακόμη. Θα τα ρίξουν όλα στο ΠΑΣΟΚ; Στον Δρυ, ας πούμε, και τον Φωτιάδη; Κι οι άλλοι; Αυτοί που υπόγραφαν και παραχωρούσαν, υπόγραφαν και χάριζαν, υπόγραφαν κι αντάλλασσαν; Θα τη βγάλουν καθαρή; Θα ρισκάρουν να πουν άντε να τη βγάλουμε κουτσά στραβά μέχρι τον Ιούνιο που παραγράφονται τα αδικήματα κι ύστερα ποιος μας πιάνει;
Αυτά βλέπει ο λαός κι έχει σαλτάρει. Βλέπει και την ακρίβεια, χρονιάρες μέρες, νιώθει και την τσέπη του πανί με πανί κι όπου ανταμώσει δημοσκόπο του δίνει και καταλαβαίνει. Κι ο βαριεστημένος Πρωθυπουργός, σαν τη στρουθοκάμηλο, χώνει το κεφάλι του στην άμμο για να μην βλέπει και να μην ακούει. Εδώ το ερώτημα που προβάλλει είναι αμείλικτο. Πραγματικά αγνοεί τον κίνδυνο ή μας δουλεύει χοντρά και κάνει και τον χουβαρντά από πάνω με το επίδομα θέρμανσης; Με 100 ευρώ στους οικονομικά αδύνατους κι ένα ψευτοεπίδομα στους άνεργους θεωρεί πως θα κατασιγάσει τις αντιδράσεις και πάλι; Είναι ποτέ δυνατόν; Εδώ καίγεται η Ελλάδα απ’ άκρη σ’ άκρη, 300-400 κουκουλοφόροι τα ’καναν ρημαδιό στην Αθήνα και την κρίσιμη ώρα ο ισχυρός Πρωθυπουργός αποδείχτηκε στρουθοκάμηλος φοβισμένη.
Πάνω από 5 μονάδες βρίσκεται μπροστά το ΠΑΣΟΚ, λένε οι μετρήσεις. Μόνο που πρέπει να σοβαρευτούν κι αυτοί. Ν’ αφήσουν τα τρελά και ν’ αφουγκραστούν τον πόνο του κοσμάκη. Και προπάντων να μην ξεχνούν πως τα καμώματα του Σημίτη ήταν αυτά που μας φόρτωσαν τον Καραμανλή.
Είπα παραπάνω για χρονιάρες μέρες και θυμήθηκα πως πάει, πέρασαν και τα Νικολοβάρβαρα σεμνά και ταπεινά. Στην κυριολεξία αυτό. Πού τα παλιά γλέντια στα χωριά, οι παρέες από σπίτι σε σπίτι, τα χωρατά και τα φτωχά κεράσματα. Από την παραμονή του Άι Νικόλα άρχιζε τις ετοιμασίες η μάνα μου. Να κοσκινίσει τ’ αλεύρι, να καβουρντίσει το σησάμι κι ύστερα να στέσει στο τζάκι το τηγάνι για τους λουκουμάδες και τα ξεροτήγανα. Κι ύστερα να τα σοροπιάσει και να βάλει από πάνω το σησάμι και μπόλικη κανέλα. Μοσχομύριζε το σπίτι, ξερογλειφόμασταν εμείς, μα τη βολεύαμε με ένα δυο κομματάκια γιατί έπρεπε να μείνουν γεμάτες οι πιατέλες για τα κεράσματα της επόμενης μέρας.
Πέρασαν τα Νικολοβάρβαρα και πήραμε ν’ ανηφορίζουμε σιγά-σιγά για τα Χριστούγεννα. Ήδη έκαναν την εμφάνισή τους στους δρόμους κάτι δεντράκια φωτεινά, διάκοσμοι και γιρλάντες. Στολίζουν τις βιτρίνες τους τα μαγαζιά και φορτώνουν τους πάγκους με κάθε λογίς καλούδια. Μόνο που για πολλούς απαγορεύονται κι αυτά. Φάτε μάτια ψάρια, δηλαδή, γιατί ό,τι εύγευστο, ό,τι όμορφο και καλό μάς το απαγορεύουν οι γιατροί κι οι παπάδες. Μη φάμε, μην πιούμε, μην γλεντήσουμε, γιατί μας περιμένουν εμφράγματα κι εγκεφαλικά και μας αναμένουν ορθάνοικτες οι πύλες της κόλασης. Πρέπει να χαρούμε όμως. Να φροντίσουμε να περάσουμε καλά με υγεία και ευτυχία. Κι επιτέλους, λίγη λογική δεν βλάπτει. Μακριά από φασαρίες, παιδιά, καταστροφές και προπάντων από άδικους και παράλογους σκοτωμούς.

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 08, 2008

Δολοφόνοι

Αυτή τη φορά σκότωσαν ένα παιδί. Αμούστακο. Που είχε την ατυχία να πέσει πάνω στον τσαμπουκά, τον ράμπο, τον «ξέρεις ποιος είμαι εγώ, ρε;», τον «θα δεις τι θα σου κάνω».
Σκότωσαν ένα παιδί 15-16 χρονών. Κι εγώ τώρα αισθάνομαι την ανάγκη να κάνω κάτι. Να ουρλιάξω, να καταδικάσω, να γράψω. Δεν μπορώ όμως γιατί με πνίγει η οργή. Αγανάκτηση με διακατέχει για τους ανίκανους που ψηφίσαμε και τους βάλαμε να μας κυβερνούν. Αυτούς που είπαν στον αστυνομικό «το κράτος είσαι εσύ». Κι αυτός το πήρε τοις μετρητοίς, τραβάει το κουμπούρι και ρίχνει στο ψαχνό.
Αυτό το κράτος της πλάκας κατάντησε επικίνδυνο. Δεν σκέφτεται πια, δεν σχεδιάζει, γνωρίζει μόνο να εκτελεί εν ψυχρώ. Ακόμη και παιδιά. Πρόοδος σου λέει ο άλλος. Το κράτος της «ζαρντινιέρας» μετεξελίχθηκε σε κράτος δολοφόνος. Ιδεών, ελευθεριών, απροστάτευτων νεαρών. Επειδή έτσι του γουστάρει. Επειδή έτσι του έμαθαν να κάνει.
Καίγονται δυο μέρες τώρα αρκετές πόλεις, μαζί και η Αθήνα. Και δεν είναι η πρώτη φορά. Γιατί κάποιους ίσως τους βολεύει αυτό. Αποσπάται η προσοχή του κοινού και βγαίνουν από το κάδρο το Βατοπέδι, η οικονομική κρίση και η ακρίβεια. Διαφορετικά πώς να εξηγήσει κανείς την άνεση με την οποία 150-200 κουκουλοφόροι τρομοκρατούν, βάζουν φωτιές, καταστρέφουν αυτοκίνητα, τράπεζες και μαγαζιά, λεηλατούν. Οι γνωστοί-άγνωστοι επί το έργον με ορμητήρια το Πολυτεχνείο, το Οικονομικό Πανεπιστήμιο, το Πάντειο. Η αστυνομία παρατηρητής εκ του μακρόθεν και η κυβέρνηση στα κανάλια σε ρόλο συγγενούς τεθλιμμένου.

«Βρε, δεν πάτε στον αγύριστο», λέω εγώ! Που εκτός από ανίκανοι και κλέφτες, μού προκύψατε και δολοφόνοι. Ηθικοί αυτουργοί, έστω.


Πέμπτη, Νοεμβρίου 20, 2008

Φυλακές

Ελλάδα δεν είναι το Βατοπέδιο μόνο. Δεν είναι τα σκάνδαλα, οι τράπεζες και τα χρηματιστήρια. Δεν είναι οι θεατρινισμοί και οι ακραίοι λαϊκισμοί του Αλαβάνου, ούτε οι εθνικοπατριωτικές εξάρσεις του Καρατζαφέρη. Ελλάδα δεν είναι τα ριάλιτι, η σύλληψη του Καρβέλα και της Πάνια, ούτε του Ψωμιάδη και της Εξεταστικής τα καμώματα. Ελλάδα είναι οι άνθρωποί της, οι αγωνίες, οι καημοί και τα βάσανά τους. Είναι του άνεργου το παράπονο, του μικρομεσαίου η ανασφάλεια και το άγχος της πικραμένης νοικοκυράς που ψάχνει εναγώνια να βρει κάτι να μαγειρέψει.
Ελλάδα δεν πρέπει να είναι το κράτος της πλάκας, όπως συνηθίζει να το αποκαλεί ο Λευτέρης Παπαδόπουλος στα Νέα, της ανοργανωσιάς, του θράσους και της αναλγησίας, που αφήνει τον συνταξιούχο χωρίς φάρμακα επειδή το αφερέγγυο Δημόσιο δεν πληρώνει τους φαρμακοποιούς. Δεν πρέπει να είναι αυτή που αφήνει τα νοσοκομεία στο έλεος χωρίς γιατρούς και νοσηλευτές. Που επιτρέπει στους προμηθευτές να τα ξεφτιλίζουν αφαιρώντας τους τα μηχανήματα που ξέχασαν απλήρωτα. Που θέτει σε κίνδυνο την υγεία όλων μας επειδή δεν διαθέτουν τα απαραίτητα εφόδια. Έρανο έκαναν, λέει, οι γιατροί μεγάλου νοσοκομείου της Αθήνας για να αγοράσουν γάζες. Αυτά μετέδιδε το Δεύτερο Πρόγραμμα της ΕΡΤ προχθές το πρωί. Τα χάλια μας, λέω εγώ. Γιατί σίγουρα δεν πρέπει να είναι αυτή η Ελλάδα που ονειρευτήκαμε.
Κόσμος πολύς και φέτος στην επέτειο για την εξέγερση το Πολυτεχνείου. Ουρές έκαναν οι κάθε λογίς επίσημοι για να καταθέσουν στεφάνι. Οι περισσότεροι μόνο για να φανούν. Για να τους πάρει η τηλεόραση και να μεταδώσει τα λίγα κούφια, ξύλινα, λόγια που παπαγαλίζουν κάθε φορά και που επιτρέπει ο πολύτιμος τηλεοπτικός χρόνος να μεταδοθούν. Και την ίδια ώρα στις φυλακές η Ελλάδα αργοπεθαίνει μαζί με το φιλότιμο του Έλληνα και τις στοιχειώδεις αρχές της δημοκρατίας που επιβάλουν τον σωφρονισμό και όχι την εξόντωση.
Απέχουν από το συσσίτιο 5500 συνάνθρωποί μας που είχαν την ατυχία να βρεθούν κρατούμενοι. Που μπορεί να εγκλημάτησαν αλλά δεν παύουν να είναι άνθρωποι. Κι όμως το κράτος, αυτό της πλάκας, τους στοίβαξε σε μισάνθρωπα κτήρια και τους υποχρεώνει να ζουν καθημερινά κάτω από πανάθλιες συνθήκες. «Έχω για προσκέφαλο την τουαλέτα», δηλώνει ο ένας. «Κάθε ίχνος αξιοπρέπειας πεθαίνει εδώ μέσα», φωνάζουν άλλοι. Έραψαν τα στόματά τους πολλοί, στην έσχατη προσπάθειά τους να ακουστούν, ενώ κάθε μέρα πεθαίνουν κι άλλοι. Και η Ελλάδα ασχολείται με την κυρία Μανωλίδου και τη «στιγμή της αλήθειας».
Στην κεντρική πολιτική σκηνή πάλι, γίνεται….του Εφραίμ. Ένα απίστευτο γαϊτανάκι αποκαλύψεων βρίσκεται σε εξέλιξη εμπλέκοντας όλο και περισσότερους, σε ολοένα και πιο ψηλά κλιμάκια. Μαφιόζικες μέθοδοι ξεδιπλώνονται, DVD, απειλές, εκβιασμοί, συναντήσεις που κρατούνται μυστικές, αντιμαχόμενες φατρίες και αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα στο μεγαλύτερο πολιτικοεκκλησιαστικό σκάνδαλο όλων των εποχών. Άφωνος τους παρακολουθεί ο απλός λαός. Αυτός που ψάχνει το μεροκάματο και παλεύει σκληρά για να τα βγάλει πέρα.
Απούσα για άλλη μια φορά η επίσημη εκκλησία. Η Ελλαδική που οχυρώνεται πίσω από την δικαστική έρευνα κι ο Οικουμενικός Πατριάρχης που ανησυχεί μήπως του αμφισβητήσουν τα χρυσόβουλα. Κι αφήνουν τον κάθε Εφραίμ να αλωνίζει ασύδοτος, αντί να φωνάξουν ένα κουρέα και να του ξυρίσει μαλλιά και γένια, όπως λέει ο κόσμος στα καφενεία. Από την άλλη θα μου πεις, μήπως φταίει αυτός; Αφού του τα έδωσαν, καλά έκανε και τα πήρε. Στο κάτω κάτω αυτός έχει και ένα ατού. Για το καλό του μοναστηριού τα ζητούσα, δηλώνει, όχι για πάρτη μου. Οι άλλοι, οι υπερασπιστές των συμφερόντων του ελληνικού λαού, τι έκαναν; Ή ήταν τόσο ηλίθιοι που τους έπιασε κορόιδα ένας καλόγερος ή είναι επικίνδυνοι, φίλε μου. Κι εσύ τους πιστεύεις και τους ανέχεσαι ακόμη.
Αυτά, τα τόσο σοβαρά, διαδραματίζονται επί σκηνής την ώρα που ο Αλαβάνος τρώγεται με τα κολλέγια που η κουλτούρα του δεν τα επιτρέπει. Κι ο Καρατζαφέρης έχει μόνιμο καημό τα Σκόπια και το Σύμφωνο Ελεύθερης Συμβίωσης.
Άχου, κατακαημένη Ρούμελη, τι σου ’μελε να πάθεις. Άχου, φτωχέ τραπεζίτη, που σε βρήκαν σε δύσκολη φάση και σε εκβιάζουν για να αναγκαστείς να πάρεις τα 28 ψωροδις ευρώ που σου δίνουν!

Αυτή είναι η Ελλάδα, βρε παιδιά;

Γι’ αυτήν αγωνιστήκαμε;

Δεν μπορεί, κάποιο λάθος θα ’χει γίνει!

Δευτέρα, Νοεμβρίου 17, 2008

Πολυτεχνείο

Ένα κόκκινο γαρύφαλλο, ένα δάκρυ και πολλή περίσκεψη είναι αρκετά αν κατατεθούν με ειλικρίνεια στη μνήμη των νεκρών-ηρώων του Πολυτεχνείου.
Όταν το Ψωμί λείπει σε ολοένα και περισσότερους, η Παιδεία διακρίνεται για την αμορφωσιά που παρέχει στους νέους, το απόλυτο μπάχαλο και τις στρατιές ανέργων που παράγει και η Ελευθερία απειλείται καθημερινά από ανατριχιαστικούς τρομονόμους και «μεγάλους αδελφούς», τα λόγια τα μεγάλα, τα υποκριτικά, περιττεύουν.

Παρασκευή, Νοεμβρίου 14, 2008

«Είπατε τω βασιλεί…»

Όταν ο Ιουλιανός, αυτός που οι παπάδες ονόμασαν Παραβάτη, έστειλε στο Μαντείο των Δελφών τον Ορειβάσιο, γιατρό από την Πέργαμο, το 361 μ.Χ., προκειμένου να αποσπάσει έναν χρησμό που θα του έδινε κάποιες ελπίδες, οι παμπόνηροι ιερείς τού απάντησαν, για πρώτη φορά ίσως, τόσο ωμά και ξεκάθαρα:
«Είπατε τω βασιλεί χαμαί πέσε δαίδαλος αυλά. Ουκέτι Φοίβος έχει καλύβην, ου μάντιδα δάφνιν, ου παγάν λαλέουσαν, απέσβετο και λάλον ύδωρ».

Και για όσους δεν τα πάνε πολύ καλά με τα αρχαία :
«Πείτε στον Βασιλιά πως στο χώμα κείτεται ο έντεχνος αυλός, ο Φοίβος δεν έχει πια κατοικία, ούτε δάφνη μαντική, ούτε πηγή ομιλούσα. Γιατί χάθηκε και το νερό που μιλούσε».
Πάει, τέλειωσε το παραμύθι δηλαδή. Μέχρι εδώ ήταν όλα.
Και καλά θα μου πείτε, ο Ιουλιανός προσπαθούσε να αναστήσει μια θρησκεία κι έναν πολιτισμό που είχαν προ πολλού πεθάνει, εδώ, σήμερα, πού ταιριάζει αυτό; Εδώ κι αν κολλάει! Σήμερα που η παραπαίουσα κυβέρνηση κάνει μια απέλπιδα προσπάθεια να αναστρέψει το εις βάρος της κλίμα. Μόνο που τη θέση της Πυθίας την έχουν πάρει τώρα πια οι δημοσκοπήσεις. Ρουτίνας και κυλιόμενες και το ιερατείο αντικατέστησαν οι αναλυτές κι οι εκλογολόγοι.
Πείτε στον Βασιλιά, λένε, πως χάθηκαν τα πάντα γιατί χόρτασε ο κόσμος από κουτόχορτο και δεν μασάει άλλο. Γιατί στη θέση της επανίδρυσης του κράτους που του υποσχέθηκε, βλέπει έναν διαβρωμένο και διαλυμένο κρατικό μηχανισμό όπου κυριαρχεί το «άρπαξε να φας και κλέψε να ’χεις». Γιατί στη θέση του «σεμνά και ταπεινά» που διακήρυττε, αντιμετωπίζει αλαζόνες υπουργούς και καβαλημένα καλάμια.
Πείτε στον Βασιλιά πως μόλις πριν από ένα χρόνο με τα δομημένα ομόλογα και τις νήσους Καϋμάν, τους κολλητούς και τους κουμπάρους, τη γλίτωσε. Έβαλαν μπουρλότο στην Πελοπόννησο τότε, ήρθε αρωγός κι ο «στρατηγός άνεμος» κι έγιναν στάχτη η Ηλεία, η Μεσσηνία, η Αχαγιά, η Εύβοια και δεν θυμάμαι ποια άλλη. Κάηκαν και άνθρωποι τότε. Πολλοί. Και ζήσαμε σκηνές Αποκάλυψης. Κι όμως στάθηκαν αρκετά τα τριχίλιαρα που μοίραζε αφειδώς για να κερδίσει ξανά τις εκλογές, για να συνεχίσει το έργο του, όπως έλεγε. Με λογική και ηθική θα κυβερνούσε και με ευαισθησία. Μόνο που η λογική που εννοούσε αποδείχτηκε του παραλόγου και η ηθική πέθανε μαζί με τον Βαρθολομαίο και το «πήδημα» του Ζαχόπουλου. Αυτοί τουλάχιστον είχαν και λίγη τσίπα πάνω τους, γιατί οι άλλοι….κι όσο για ευαισθησία, τη νιώσαμε κι αυτήν.
Πείτε στον Βασιλιά πως είναι αργά για δάκρυα και μετάνοιες. Πως το ενδιαφέρον του για τον φτωχό και τον κατατρεγμένο, τον εξαθλιωμένο άνεργο, τον απελπισμένο μικρομεσαίο και τις «ασθενέστερες εισοδηματικές τάξεις» είναι κάλπικο και τον πήραν χαμπάρι. Γιατί στις αρχές Αυγούστου ο Υπουργός της Οικονομίας είχε βαλθεί να πείσει τον λαουτζίκο πως οδεύει ολοταχώς προς τον οικονομικό όλεθρο κι έπρεπε να πληρώσει κι άλλα για να μην συμβεί αυτό. Και χρειάστηκε να μεσολαβήσει η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης κι η κατρακύλα των δημοσκοπήσεων για ν’ αλλάξει τροπάρι. Μόνο που δεν πείθει πια. «Καραμανλής ή χάος» βγήκαν και φώναξαν κάποιοι δικοί του στην προσπάθειά τους να τον τρομάξουν. Μόνο που πολύ καλύτερα πήγαινε η χώρα πριν από τον Καραμανλή. Τότε που ο «καταλληλότερος» τριγυρνούσε ανέμελος στα μπαράκια κι ήταν απλός βουλευτής ακόμη.
Πείτε στον Βασιλιά πως το ψέμα έχει κοντά ποδάρια. Πως ο προϋπολογισμός που κατέθεσε είναι στον αέρα κι όπως προστέθηκε και η διεθνής οικονομική κρίση, η θέση των υπηκόων του έγινε ακόμη πιο δύσκολη. Πείτε του πως ο λαός του υποφέρει και βογγά. Πως βράζει μέσα του και πως κάπου θα ξεσπάσει σίγουρα. Πείτε του πως το σχέδιο «αφού μας πιάσανε γυρίστε πίσω τα κλεμμένα» δεν πιάνει και πως το παιχνίδι «οι 10 μικροί νέγροι» που παίζεται στην αυλή του, δεν τον σώζει. Χθες ο Αδάμ Ρεγκούζας, ο Τσιτουρίδης κι ο Μαγγίνας. Σήμερα ο Βουλγαράκης κι ο Ρουσόπουλος. Αύριο ποιος; Ποια είναι η δύναμη εκείνη που μπορεί να κάνει το ποτάμι να γυρίσει πίσω; Την ώρα που τον κράζουν οι ίδιοι οι βουλευτές του, που αυτονομούνται οι διοικητές των ΔΕΚΟ και των Τραπεζών, που ο ίδιος διόρισε, και δεν δίνουν λογαριασμό σε κανέναν, τι περιμένει να κάνουν οι υπόλοιποι;
Πείτε στον Βασιλιά πως «εν τω Άδη ουκ έστι μετάνοια» που λένε κι οι παπάδες. Πως ήταν πολλά τα λεφτά του Βατοπεδίου και γι’ αυτό κακοχώνευτα. Πως το κόλπο, όσο καλοστημένο κι αν ήταν, δεν θα μπορούσε να περάσει έτσι. Κάποια στιγμή το πήραν είδηση οι ριγμένοι, αυτοί που έμειναν στην απέξω, άρχισαν τις γκρίνιες και τα έβαλαν με τον «γιο του ταχυδρόμου» που και σ’ αυτόν δεν βρέθηκε ένας χριστιανός να του πει πως η έπαρση δεν βοήθησε ποτέ κανέναν. Έτσι αυτός έχασε το υπουργείο του κι ο Βασιλιάς την ομιλούσα πηγή του.
Πείτε στον Βασιλιά πως τώρα πια δυο πράγματα δεν μπορεί να κάνει μόνο. Να γυρίσει τον χρόνο και να φέρει τους ψηφοφόρους του πίσω. Πως γελοιοποιήθηκαν οι τζάμπα μάγκες και πως κατέληξε φαρσοκωμωδία το έμπα-έβγα κι οι διαγραφές βουλευτών. Αυτό που του απομένει είναι ή να πάει αμέσως σε εκλογές και να πέσει μαχόμενος, ή να μείνει και να περιμένει το αργό και, ούτως ή άλλως, επώδυνο τέλος.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 10, 2008

Xάσαμε τη Σάρα, στοπ!

Όταν ο Μακέιν πρότεινε για υποψήφια αντιπρόεδρο τη Σάρα Πέιλιν, όλοι εντυπωσιαστήκαμε κι αρχίσαμε να ρωτάμε ποια είναι κι από πού.
Μια νέα γυναίκα, όμορφη, υποψήφια για τα ανώτατα κλιμάκια των ΗΠΑ, δεν ήταν δα και λίγο! Όταν όμως, λίγο αργότερα, άρχισε μαζί με την ημιμάθεια να ξεδιπλώνει και τα πιστεύω της, παγώσαμε οι περισσότεροι. Ακροδεξιά η κυρία. Θιασώτης ακραίων θέσεων και ανατριχιαστικών πρακτικών που φόβισαν ακόμη και τον μέσο αμερικάνο. Ευτυχώς που, και με τη βοήθειά της, έχασε ο Μακέιν κι η γλυκιά Σάρα πήρε τον δρόμο της επιστροφής για την παγωμένη Αλάσκα.
Στο καλό, Σάρα και καλή τύχη!
Τι άλλο να σου ευχηθώ; Μακριά από 'μας πάντως.

Πέμπτη, Νοεμβρίου 06, 2008

Καλώς ήλθες, Ομπάμα

Στο γκρίζο περιβάλλον της εποχής μας, μια αύρα ελπίδας μας συνεπήρε.
Όλους. Ευρωπαίους, Ασιάτες κι Αμερικανούς.
Τους Αφρικανούς ακόμη περισσότερο μιας κι ένα «δικό τους παιδί», ο Αφροαμερικανός Ομπάμα, κέρδισε τη μεγάλη μάχη κι αναδείχτηκε πρόεδρος της ισχυρότερης χώρας στον κόσμο. Τον σκέφτομαι αυτήν την ώρα. Αναλογίζομαι τις ευθύνες του και παγώνω.
Πώς θα τα καταφέρει να μεταμορφώσει την πιο μισητή χώρα του κόσμου; Πώς το όραμα θα γίνει πραγματικότητα; Πώς θα σταματήσουν οι πόλεμοι, το τσαλαπάτημα των λαών, ο ευτελισμός της ζωής και η βάναυση καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων; Σκέφτομαι όμως από την άλλη πως αυτή είναι η ώρα της μεγάλης Ελπίδας. Του Ονείρου. Των Προσδοκιών. Γι’ αυτό κι όλοι μας στέλνουμε τον Μπους και τα τσιράκια του στον εξαποδώ. Καλώς ήλθες, Ομπάμα.

Golden boys

Πόσο τα λυπάμαι! Σπαράζει η καρδιά μου σαν σκέφτομαι αυτά τα έρημα golden boys, τα χρυσά παιδιά, που αφού τίναξαν την παγκόσμια οικονομία στον αέρα, βρίσκονται αντιμέτωπα με το φάσμα της ανεργίας. Η ψυχή μου πιάνεται σαν σκέφτομαι πως κινδυνεύουν να χάσουν την πολυτελή διαβίωση, τα παχυλά bonus, τα spa και τα τζακούζι μαζί με το αλαζονικό και περισπούδαστο ύφος. Αέρας κινδυνεύει να γίνει η ζωή τους, σαν τον αέρα τον κοπανιστό που έπαιζαν στα χρηματιστήρια.
Όλους τους συμπονώ. Τους μεγαλόσχημους τραπεζίτες, τις επενδυτικές εταιρείες με τις σοβαροφανείς αναλύσεις και τις μεγάλου κύρους εκθέσεις, που ανέβασαν στα ύψη το πετρέλαιο μαζί και το κόστος ζωής που εκτινάχθηκε κι έβγαλαν κυριολεκτικά στον δρόμο εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά και τα στοίβιασαν άστεγους στα χαρτόκουτα που πλημμύρισαν κάθε γωνιά της μητρόπολης του καπιταλισμού. Τρόμαξαν οι ισχυροί της γης. Μήπως καταρρεύσει το χρηματοπιστωτικό σύστημα φοβήθηκαν κι άνοιξαν τα θησαυροφυλάκια. Εκατοντάδες δισεκατομμύρια δόθηκαν στην προσπάθεια ενίσχυσης των τραπεζών. Μη τυχόν και χάσουν τα υπερκέρδη. Όλα για αυτές που δάνειζαν αλόγιστα. Για τους εμπόρους του χρήματος όλα.
Πριν από λίγους μόνο μήνες ο Υπουργός Οικονομίας επιχειρηματολογούσε για την ανάγκη επιβολής νέων φόρων. Για φορολογική δικαιοσύνη μιλούσε ο κ. Αλογοσκούφης και για δημοσιονομική εξυγίανση. Ένα δις ευρώ υπολόγιζε να συγκεντρώσει μόνο από την κατάργηση του αφορολογήτου των εμπόρων και των ελευθέρων επαγγελματιών, γιατί τα είχε ανάγκη. Την ώρα που για το λεγόμενο ταμείο κατά της φτώχειας έχει μετά βίας συγκεντρώσει 100 εκ. ευρώ και δεν έχει τάχα μου περιθώρια για παροχές, ως δια μαγείας βρήκε 28 δις ευρώ για την ενίσχυση των τραπεζών. Ποσά δηλαδή ασύλληπτα σε μέγεθος, από την τσέπη σου παρμένα, αφελή φορολογούμενε, που σ’ έχει αποκοιμήσει το κουτόχορτο που σε ταΐζουν χρόνια.
Τεράστια ποσά που αντιστοιχούν σε 3.000 ευρώ σε κάθε άτομο που κατοικεί σ’ αυτή τη χώρα, για να στηριχθούν οι τράπεζες και να καλυφθεί το κόστος που δημιουργήθηκε από τις άστοχες επιχειρηματικές κινήσεις, τις λανθασμένες τοποθετήσεις, τις μίζες και τις ρεμούλες. Πακτωλός χρημάτων από το υστέρημά μας. Κι οι τράπεζες, τι κάνουν; Απλά κρατούν χαραχτήρα. Δεν χρειαζόμαστε τέτοιου είδους βοήθεια, δηλώνουν, γιατί δεν θέλουν κανενός είδους έλεγχο. Ακόμη κι αυτόν τον ελάχιστο που σχεδιάζει η κυβέρνηση. Και παράλληλα εκβιάζουν. Στέρεψε η διατραπεζική, κόπηκαν οι χρηματοδοτήσεις, ασφυκτιά η αγορά και τα επιτόκια τραβούν την ανηφόρα. Την ώρα που σ’ Ευρώπη και Αμερική τα επιτόκια μειώνονται, εδώ ανεβαίνουν. Ναι, αλλά εδώ είναι Βαλκάνια, θα μου πεις, δεν είναι παίξε γέλασε. Εδώ βρέθηκε ένας καλόγερος, ο Εφραίμ, και του χάρισαν τη μισή Ελλάδα κι εγώ ζητώ λίγη λογική και ηθική. Κι αυτό σωστό. Κι αφού είναι έτσι, τους βγάζω το καπέλο, φίλε μου.

Κερδοφορία

Ο κύβος ερρίφθη! Η ίδρυση νέας ναυτιλιακής εταιρείας αποφασίστηκε πανηγυρικά και η απομόνωση του Ρεθύμνου κάποια στιγμή θα πάρει τέλος. Αυτή ήταν η θέληση του απλού Ρεθεμνιώτη που κατέκλυσε το κλειστό γυμναστήριο «Μελίνα Μερκούρη» για να διατρανώσει με την παρουσία του πως δεν πάει άλλο. Χόρτασε το Ρέθυμνο από λόγια, υποσχέσεις βαρύγδουπες κι εξαγγελίες που σαν μοναδικό αποτέλεσμα είχαν να το βυθίζουν όλο και περισσότερο στο τέλμα και να το οδηγούν σε οικονομικό στραγγαλισμό και μαρασμό. Τέρμα! Ως εδώ!
Το Ρέθυμνο απέδειξε για μια ακόμη φορά πως όταν θέλει μπορεί. Είναι σε θέση να σπάσει τα δεσμά που κάποιοι επιμελώς του κατασκεύασαν και μπορεί με την ορμή και τον ενθουσιασμό του να συμπαρασύρει αρχές και εξουσίες. Παράδειγμα η κίνηση αυτή που δημιουργήθηκε εκ των έσω, από τους κάτω. Απ’ αυτούς που αληθινά πονούν τον τόπο τους και αγωνιούν για το μέλλον του. Μια πρωτοβουλία που βρήκε άμεση ανταπόκριση γιατί χτύπησε κατευθείαν στην ψυχή και το φιλότιμο και αγκαλιάστηκε από όλους. Tον Νομάρχη, Δημάρχους, Πανεπιστημιακούς, παπάδες.
Όλοι έσπευσαν να μιλήσουν, να χαιρετίσουν και, προς τιμήν τους, να στηρίξουν. Όλοι πλην Λακεδαιμονίων. Απούσα μόνο η συντεταγμένη πολιτεία. Αυτή που έχει και τις μεγαλύτερες ευθύνες για το σημερινό μας κατάντημα. Προβλημάτισε με τις θέσεις της η βουλευτής της κυβερνώσας παράταξης κ. Όλγα Κεφαλογιάννη, που στήριξε μεν, προκάλεσε όμως κύμα διαμαρτυριών σε κάποιο σημείο της τοποθέτησής της. Απών, δικαιολογημένα πιστεύω, και ο αντιπολιτευόμενος βουλευτής. Ωστόσο κανείς και τίποτα δεν μπορούσε να κάμψει την αποφασιστικότητα των συγκεντρωμένων που ομόφωνα ενέκριναν τις εισηγήσεις της Επιτροπής Πρωτοβουλίας.
Δύσκολο το εγχείρημα. Το τόνισαν οι περισσότεροι ομιλητές γιατί χρειάζονται χρήματα αρκετά κι οι καιροί είναι δύσκολοι. Όχι ακατόρθωτο όμως. Αν είμαστε αποφασισμένοι να στηρίξουμε την προσπάθεια μέχρι το τέλος, δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα. Ένα πράγμα δεν κατάλαβα μόνο. Την εμμονή των εισηγητών στην κερδοφορία. Μια εμμονή που αυτή τη στιγμή με φοβίζει γιατί μπορεί να καλλιεργήσει φρούδες ελπίδες και να αποτελέσει στη συνέχεια την απαρχή γκρίνιας και διενέξεων αν τα αναμενόμενα κέρδη δεν έλθουν ή αν είναι λιγότερα απ’ αυτά που περιμένουν. Αφού συμφωνούμε όλοι στην αναγκαιότητα, τα άλλα τι τα χρειαζόμαστε;
Το Ρέθυμνο έχει ανάγκη το καράβι για να σπάσει τον αποκλεισμό που του έχουν επιβάλει και μόλις τα καταφέρει, αυτό σίγουρα δεν θα είναι αρεστό στους γείτονές μας. Θα μας πολεμήσουν τότε όπως το έκαναν και παλιότερα. Θα αρχίσουν τις προσφορές και τις εκπτώσεις προκειμένου να μας γονατίσουν. Αυτά πρέπει να έχουμε υπόψη μας και γι’ αυτό πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι να στηρίξουμε την εταιρεία μας για το γενικό καλό. Ένα καράβι στο Ρέθυμνο είναι κέρδος από μοναχό του. Βοηθά την αγορά, τον τουρισμό, τις μεταφορές, τους αγρότες. Αν το συνειδητοποιήσουμε έγκαιρα τότε περιττεύουν οι συζητήσεις για βιωσιμότητες και κερδοφορίες. Και κάτι άλλο. Καλοί είναι οι περιορισμοί, τα αυξημένα ποσοστά που πρέπει να συγκεντρωθούν για την τροποποίηση του καταστατικού και οι δικλείδες ασφαλείας. Αν όμως επικρατήσει η λογική του κέρδους όλοι αυτοί οι περιορισμοί θα αποδειχθούν ανίσχυροι στην πράξη.
Αυτό που πρέπει να μας ενδιαφέρει πρώτιστα είναι να βγούμε από την απομόνωση. Να συντομεύσουμε, όσο μπορούμε, τις διαδικασίες και να δούμε πάλι καράβι στο λιμάνι μας. Τώρα, αν θα φέρει και κέρδη, ακόμη καλύτερα.

Πέμπτη, Οκτωβρίου 16, 2008

To ναυάγιο

Έβρεχε όλη τη νύχτα κι έκανε τσουχτερό κρύο εκείνο το πρωί της 8ης Δεκεμβρίου 1966. Τρία παιδιά όλα κι όλα, δυο κορίτσια κι ένα αγόρι, εγώ ήμουν αυτός, πρόβαλαν στο μισοσκόταδο σαν φαντάσματα και τρέχοντας χώθηκαν στο παλιό αστικό που είχε μόλις φτάσει. Ήταν κιόλας μούσκεμα αφού οι γαλότσες και τα φτηνά αδιάβροχα με την κουκούλα, ελάχιστα τα είχαν προστατέψει από το κατακαίρι.
Όρθιος στη μέση του διαδρόμου ο εισπράχτορας, τυλιγμένος σ’ ένα βαρύ παλτό, με μάλλινο σκούφο στο κεφάλι και κασκόλ στον λαιμό, γκρίνιαζε.
«Από δω, από δω», έλεγε, τα καθοδηγούσε και τα έβαλε να στριμωχτούν στο πρώτο κάθισμα, πίσω ακριβώς από τον οδηγό. «Μόνο εδώ είναι στεγνά», συνέχισε να μουρμουρίζει μόνος του. «Όλο το υπόλοιπο στάζει, αν κι απ’ ότι βλέπω δεν έχετε ανάγκη εσείς».
Τι ανάγκη είχαν αλήθεια; Καμιά. Αφού για να μάθουν πέντε κολλυβογράμματα ήταν υποχρεωμένα να σηκώνονται από το μαύρο χάραμα για να προλάβουν το λεωφορείο που θα τα μετέφερε από το μικρό τους χωριό, στο Ρέθυμνο που είχε γυμνάσιο. Έξι και μισή το πρωί έφτανε το ρημάδι. Μισή ώρα η διαδρομή, γύρω στις επτά ήταν στη Χώρα κι ας άρχιζαν τα μαθήματα από τις οκτώ κι ύστερα. Κι έμενε μια ολάκερη ώρα για σουλάτσο και χαζολόγημα στη Λεωφόρο. Θα μου πεις ποιος είχε όρεξη για βόλτα πρωινιάτικα; Ας ήταν καλός ο καιρός και σου ’λεγα εγώ! Αλλά με κρύο και βροχή, αναγκαστικά κάπου έπρεπε να τη βγάλουν μέχρι ν’ αποφασίσει ο επιστάτης να ξεκλειδώσει το λουκέτο και ν’ ανοίξει τη μεγάλη καγκελόπορτα του πέριαυλου. Βέβαια κι αυτοί στο ΚΤΕΛ είχαν τα δίκια τους. Τα πιο βολικά δρομολόγια και τα πιο καινούρια αυτοκίνητα τα κρατούσαν για τα μεγαλύτερα χωριά που είχαν πιο πολλά παιδιά και περισσότερους επιβάτες.
«Επλημμύρισενε, μωρέ κοπέλια, ο Πλατανιανός ποταμός και να δούμε πώς θα περάσομε», σχολίασε ο οδηγός, ένας μεσοκαιρίτης, μαυριδερός με φουσκωμένο στομάχι και στριφτές μουστάκες, μόλις έλυσε το χειρόφρενο κι έπιασε την κατηφόρα.
Μπροστά στους Τέσσερις Μάρτυρες τ’ άφησε κι εκεί χωρίστηκαν. Τα κορίτσια βρήκαν απάγκιο στην είσοδο της εκκλησίας κι εγώ κούρνιασα τουρτουρίζοντας στην είσοδο του πρώτου μαγαζιού που βρήκα μπροστά μου. Κρύωνα. Όμως μια παγωμάρα πιο δυνατή έβγαινε από μέσα μου. Ένα κακό προαίσθημα, σαν να περίμενα πως κάτι πολύ άσχημο θα συμβεί, με βασάνιζε. Τα δόντια μου χτυπούσαν κι ένας ανεξήγητος πανικός που με κατέλαβε ξαφνικά, μ’ έκανε να τρέχω σαν παλαβός μέσα στη βροχή και το κρύο.
Ευτυχώς που βρήκα ανοιχτό το σχολείο και χώθηκα μέσα. Άφησα βιαστικός τη σάκα και το αδιάβροχο στην Γ2, χτύπησα δυνατά τα πόδια μου στο πάτωμα για να διώξω από πάνω μου τα πολλά νερά και κατευθύνθηκα προς τον πάγκο του κυρ Χαράλαμπου, του επιστάτη του Α΄ Αρρένων.
«Έκειε ξάνοιξε ’ναν καιρό», τον άκουσα να μονολογεί.
«Τι έπαθες, κυρ Χαράλαμπε;»
«Έσπασε ο αέρας το τζαμάκι και γέμισε ο τόπος νερά».
«Σου ’κανε ζημιά;»
«Λίγα πράματα αλλά τώρα πρέπει να σφουγγαρίσω. Και κάνει και μια κρυγιότη!»
Ο θεολόγος που έφτασε κατηφής εκείνη την ώρα έδωσε μια άλλη διάσταση στην κουβέντα.
«Τα μάθατε τα νέα;» ρώτησε με πένθιμο ύφος μόλις έβγαλε το παλτό και το καπέλο του.
«Ίντα γίνηκε;» πρόλαβε και τον ρώτησε ο επιστάτης.
«Το “Ηράκλειο”, λέει, δεν έφτασε στον Πειραιά. Ανήσυχοι με πήραν τηλέφωνο κάποιοι συγγενείς μου πριν λίγο. Αν δεν έδεσε από νωρίς σε κάποιο άλλο λιμάνι, δεν θα ’ναι για καλό του».
Ούτε οι άλλοι καθηγητές που έφταναν ένας-ένας γνώριζαν τίποτα περισσότερο. Χτύπησε το κουδούνι, άρχισαν τα μαθήματα, αλλά το μούδιασμα και το σφίξιμο που ένιωθα από το πρωί δεν έλεγε να μ’ αφήσει και πού μυαλό για Ιστορίες και Αρχαία! Ταξίδευε ένας ξάδελφός μου με το “Ηράκλειο”. Φτωχόπαιδο κι αυτός σαν κι όλους μας. Ηλεκτρολόγος ήταν. Είχε απολυθεί κάποιους μήνες πριν από τον στρατό κι ανέβαινε για δουλειά στην Αθήνα. Αν είχε βουλιάξει το καράβι; Τη μάνα του, τη θεια μου την κακομοίρα, σκεφτόμουν.
Μεσημέριασε όταν έφτασαν τα μαντάτα. Το είπε το ράδιο, λέει. Ναυάγησε το “Ηράκλειο” στη Φαλκονέρα και πάει! Πένθος στα Χανιά, σπαραγμός στο Ρέθυμνο. Νεκρίκιες χτυπούσαν οι καμπάνες στην πόλη κι οι καρδιές κόντευαν να σπάσουν από αγωνία και πόνο. Υπάρχουν διασωθέντες; Πόσοι είναι και προπάντων ποιοι;
Πέρασαν μέρες μέχρι να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα. Ο επίσημος απολογισμός; 217 νεκροί και μόλις 46 οι διασωθέντες. Ανάμεσά τους κι ο ξάδελφός μου που τη γλίτωσε από θαύμα. Οι απώλειες ήταν μεγάλες. Μαυροφορέθηκε στα καλά καθούμενα η μισή Κρήτη με τόσες ψυχές χαμένες άδικα. Κι όταν σταμάτησαν τα πολλά δάκρυα, η οργή που ξεχείλιζε και η αγανάκτηση ήταν τέτοια, που ταρακούνησε κάποιους.
«Δεν είμαστε οζά», φώναζαν, «να μας λαλούνε οι Τυπάλδοι κι οι Ευθυμιάδηδες. Από πάππου προς πάππου κάποιοι την Κρήτη την έχουν για να την αρμέγουν μόνο. Και στο τέλος μας πνίγουν κι από πάνω. Κάτι πρέπει να κάνουμε διαφορετικά είμαστε άξιοι της τύχης μας».
Το είπαν, το φώναξαν, το πίστεψαν. Μπήκε μπροστάρης ο Ειρηναίος, ο Δεσπότης της Κισσάμου, φτιάχτηκαν επιτροπές, άρχισε ο αγώνας. Να κάνουμε εταιρεία δική μας. Να ορίζουμε τις τύχες μας, επιτέλους. Ανοίχτηκαν κατάλογοι, άρχισαν οι εγγραφές. Όλοι έδιναν. Κι οι πλούσιοι κι οι φτωχοί. Μέχρι κανίστρες με λάδι πουλήθηκαν για ν’ αγοραστούν μετοχές. Ήταν τόσος ο ενθουσιασμός που σε χρόνο ρεκόρ, στις 10 Απριλίου 1967, η Ναυτιλιακή Εταιρεία Κρήτης, η γνωστή μας ΑΝΕΚ, είχε γίνει πραγματικότητα. Τα πάντα πήραν τον δρόμο τους. Αγοράστηκε πλοίο, βγήκαν οι άδειες και το 1970 το μεγαλόπρεπο οχηματαγωγό ΚΥΔΩΝ δρομολογήθηκε στη γραμμή Χανιά-Πειραιάς. Τίποτα πια δεν έμοιαζε με το χτες. Οι Κρητικοί πραγματικά είχαν πάρει την τύχη στα χέρια τους και την κατεύθυναν όπως ήθελαν αυτοί. Η επιτυχία της εταιρείας έκανε τους Ηρακλειώτες να ζηλέψουν κι έστησαν κι αυτοί τη δικιά τους εταιρεία, τις Μινωικές Γραμμές.
Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε. Μέσα στη γενική ευμάρεια ξεχάστηκε κι η Φαλκονέρα κι οι πνιγμένοι κι οι ταλαιπωρίες. Ξέφτισαν τα οράματα κι η λήθη κατάπιε τους λόγους που οδήγησαν τους Κρητικούς να στραφούν στις θάλασσες. Άλλωστε τώρα πια τα κρητικά καράβια δεν όργωναν μόνο το δικό τους πέλαγος, αλλά ήταν κυρίαρχα και στα δρομολόγια της Αδριατικής. Τώρα αυτοσκοπός είχε γίνει το κέρδος. Γέρασε κι ο Ειρηναίος και τα παράτησε. Η μικρούλα «Ρεθυμνιακή» που εντωμεταξύ είχε μπει σφήνα ανάμεσά τους, απορροφήθηκε από την ΑΝΕΚ και μεγάλα αφεντικά είχαν βάλει στο μάτι και τις δύο εταιρείες που είχαν απομείνει. Το Ρέθυμνο την πλήρωσε πρώτο που απόμεινε χωρίς καράβι αποκομμένο από θάλασσα. Έτσι κι αλλιώς από αέρα πάντα του ήταν. Γιατί η απόσταση, λέει, είναι μικρή και μια χαρά το εξυπηρετούν τα δυο αεροδρόμια του νησιού.
Τώρα που είδαμε τα σκούρα φωνάζουμε πάλι. Θέλουμε να στήσουμε καινούρια εταιρεία που θα μας βγάλει από την απομόνωση. Όμορφα λόγια που χαϊδεύουν τ’ αυτιά και τονώνουν τον θιγμένο εγωισμό μας. Είναι εύκολο όμως να γίνει πραγματικότητα και πολύ περισσότερο μπορεί να πετύχει; Εδώ σε θέλω! Που οι εποχές άλλαξαν. Που η παγκοσμιοποίηση και ο άκρατος φιλελευθερισμός έχουν επιβάλει τους δικούς τους κανόνες. Που οι εταιρείες λαϊκής βάσης ήταν όνειρο που χάθηκε. Διάλυσε η ΔΑΝΕ, πλέει τα λοίσθια η ΝΕΛ, έδεσε και τα δυο καράβια της η ΛΑΝΕ. Η ΑΝΕΚ μόνο σαν λαϊκής βάσης δεν λειτουργεί κι οι Μινωικές πέρασαν σε ιταλικά χέρια.
Το Ρεθυμνάκι από μόνο του είναι σε θέση να κάνει το θαύμα; Με μεγάλη δυσκολία θα πω, ναι. Κι αυτό μόνο αν πεισμώσουμε. Αν θυμηθούμε τα παλιά και βάλουμε βαθιά το χέρι στην τσέπη. Και πάλι, υπό την προϋπόθεση, πως ποτέ και για τίποτα δεν θα μπορούν να συγκεντρωθούν μεγάλα πακέτα μετοχών σε λίγα χέρια. Μόνο τότε. Αν είμαστε αποφασισμένοι να στηρίξουμε την εταιρεία, ακόμη κι αν αντί για κέρδη, γράφει ζημιές. Διαφορετικά

Δευτέρα, Οκτωβρίου 13, 2008

Kραχ

Κραχ ονομάζεται η στάση πληρωμών που συνοδεύεται από πανικό. Κι όταν μιλούμε για κραχ, όλων η μνήμη γυρίζει στην εφιαλτική 24η Οκτωβρίου του 1929, την επιλεγόμενη «Μαύρη Πέμπτη» που τίναξε στον αέρα την Wall Street, παρέσυρε στην άβυσσο την αμερικάνικη οικονομία και μαζί της τράβηξε στον όλεθρο και το χάος τον κόσμο ολόκληρο. Αξίζει νομίζω να πούμε δυο λόγια για το τι έγινε τότε.
Το 1929 ξεκινούσε με τις καλύτερες προοπτικές. Ήταν μια ακόμη χρονιά της δεκαετίας που οι ΗΠΑ ζούσαν το όνειρο, καθισμένες αναπαυτικά πάνω σ’ ένα σύννεφο οικονομικής ευημερίας και τεχνολογικής προόδου. Στις εκλογές της 4ης Μαρτίου της ίδια χρονιάς, Πρόεδρος είχε αναδειχθεί ο Χέμπερτ Χούβερ και η παρατήρησή του πως «οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται τόσο κοντά στον τελικό θρίαμβο επί της φτώχειας όσο καμιά χώρα δεν είχε βρεθεί ποτέ στο παρελθόν», μόνο σαν μεγάλα, κούφια λόγια δεν θεωρήθηκε. Αντίθετα, ήταν μια μάλλον μετριοπαθής περιγραφή αυτού που πίστευαν και ζούσαν όλοι. Το ηλεκτρικό ρεύμα γινόταν μαζικό αγαθό, η χρήση του αυτοκινήτου γενικευόταν και τα νοικοκυριά εξοπλιζόντουσαν με ραδιόφωνα και οικιακές συσκευές (πλυντήρια-ψυγεία-ηλεκτρικές σκούπες κλπ), αγαθά που μόνο στη φαντασία τους υπήρχαν μέχρι τότε.
Κάποιους μήνες αργότερα, στις 3 Σεπτεμβρίου, ο δείκτης Dow Jones του χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης έκανε ιστορικό ρεκόρ ανόδου, φτάνοντας αισίως τις 381,17 μονάδες. Είχε ακολουθήσει μια ξέφρενη πορεία που τον είχε οδηγήσει σ’ αυτά τα δυσθεώρητα ύψη από τα χαμηλά των 40 μονάδων που βρισκόταν το 1921. Στο διάστημα αυτό είχε δημιουργηθεί μια νέα τάξη εκατομμυριούχων που κερδοσκοπούσαν με την αγοραπωλησία μετοχών. Κανείς και τίποτα δεν ήταν ικανό να ανακόψει τη φρενίτιδα που είχε καταλάβει τις μεσαίες, κυρίως, τάξεις. Ούτε βέβαια η Ομοσπονδιακή Τράπεζα που ανεβάζοντας τα επιτόκια προσπαθούσε να βάλει φρένο στην εντεινόμενη δίψα για κερδοσκοπία.
Την ίδια ώρα που η Ευρώπη παρακολουθούσε εκστασιασμένη το οικονομικό θαύμα που βρισκόταν σε εξέλιξη στην αντίπερα του Ατλαντικού μεγάλη χώρα, οι Αμερικάνοι είχαν επιδοθεί στην, πέραν και εκτός των δυνατοτήτων τους, κατανάλωση. Ξόδευαν ασυλλόγιστα και αγόραζαν τα πάντα. Μόνο που όλα αυτά στηριζόντουσαν σ’ έναν πολύ εύθραυστο, όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων, μηχανισμό.
Μέσα σε κλίμα γενικής ευφορίας ο κόσμος σπαταλούσε χρήματα που δεν είχε και δανειζόταν συνεχώς, υπολογίζοντας πως εύκολα θα καλύψει τις υποχρεώσεις του από τα κέρδη του χρηματιστηρίου. Είχε φτάσει στο σημείο το 85% των επίπλων και το 80% των φωνογράφων, για παράδειγμα, να έχουν αγοραστεί με δάνεια.
Ο παροξυσμός του εύκολου και γρήγορου πλουτισμού είχε καταλάβει τους πάντες. Επιχειρηματίες, μικροϋπάλληλοι, εργάτες, οδηγοί, ακόμη και καθαριστές γραφείων ή στιλβωτές είχαν παραδοθεί αμαχητί. Το μόνο τους μέλημα ήταν πώς να στήσουν αυτί ή να συλλέξουν πληροφορίες για το «καλό χαρτί», αυτό που θα τους απέδιδε τα μεγαλύτερα κέρδη και θα τους έβγαζε μια και καλή από τη μιζέρια. Και βέβαια πρόθυμοι χρηματιστές από κοντά, τους αφιόνιζαν και τους έδιναν τη δυνατότητα να ρισκάρουν το 10πλάσιο των όσων διέθεταν. Ελάχιστες ψύχραιμες φωνές που ακουγόντουσαν σποραδικά αντί για σύνεση και προβληματισμό επέσυραν την απαξίωση και τη λοιδορία. Λέγεται πως ο Joseph Kennedy, ο πατέρας του κατοπινού Προέδρου, πούλησε τα πάντα και γλίτωσε την καταστροφή όταν ο λούστρος που του γυάλιζε τα παπούτσια τού μίλησε για «σίγουρο χαρτί».
Τελικά το αναπόφευκτο συνέβη στις 24 του Οκτώβρη. Την άνοδο ακολούθησε βίαιη πτώση και την πτώση γενικευμένος πανικός. Επικράτησε το απόλυτο χάος. Τα υπόλοιπα είναι λίγο πολύ γνωστά. Η καταστροφή ήταν ολοκληρωτική. Κολοσσοί κατέρρευσαν σαν τραπουλόχαρτα, μεγαλόσχημοι επιχειρηματίες και γνωστοί τραπεζίτες, πάνω στην απελπισία τους, πηδούσαν από τα παράθυρα και τον άκρατο καταναλωτισμό διαδέχτηκε η φτώχεια και η εξαθλίωση. Η ύφεση που ακολούθησε ήταν επώδυνη και μακρόχρονη. Η βιομηχανική παραγωγή έπεσε κατά 50%, το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν μειώθηκε κατά 80% και ο αριθμός των ανέργων αυξήθηκε από 2 σε 15 εκατομμύρια. Ουρές ατέλειωτες ανθρώπινων σκιάχτρων εκλιπαρούσαν τώρα πια για ένα πιάτο σούπα στα συσσίτια που είχαν στηθεί.
Στην Ελλάδα οι επιπτώσεις ήταν καταλυτικές. Εκτός των άλλων έθεσαν τέλος στην πολιτική σταδιοδρομία του Ελευθερίου Βενιζέλου και ήταν αυτές που οδήγησαν σε βίαιες κοινωνικές αναταραχές στα όρια γενικευμένης εξέγερσης. Η άνοδος του φασισμού ήταν φυσικό επακόλουθο. Στην Ελλάδα ο Μεταξάς, στη Γερμανία ο Χίτλερ, στην Ιταλία ο Μουσολίνι. Εντωμεταξύ τα σύννεφα του πολέμου πύκνωναν απειλητικά. Άλλωστε στα κύρια αίτια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου συγκαταλέγεται το Κραχ του 1929.
Σήμερα μια απρόβλεπτων διαστάσεων παγκόσμια οικονομική κρίση βρίσκεται σε εξέλιξη. Η παγκοσμιοποιημένη οικονομία έχει βρεθεί εγκλωβισμένη στα αδιέξοδα που η ίδια δημιούργησε. Το πρόσκαιρο οικονομικό θαύμα καταρρέει και στα μεγάλα χρηματιστήρια, από τη Δύση μέχρι την Άπω Ανατολή, επικρατεί πανικός. Τραπεζικοί κολοσσοί, ασφαλιστικοί οργανισμοί και επενδυτικοί οίκοι απαξιώνονται εν μια νυκτί, θύματα των golden boys, αυτών των σοβαροφανών γιάπηδων με τα γκρι κοστούμια, το περισπούδαστο ύφος, τα ακριβά γούστα και τα γιγαντιαίων διαστάσεων bonus.
Το πρόβλημα που εμφανίστηκε δειλά στην αρχή υποτιμήθηκε, θεωρήθηκε μικρό και εύκολο στην αντιμετώπισή του. Όμως το μέγεθός του, ακόμη και σήμερα, είναι άγνωστο γιατί δεν έχει κατανοηθεί πλήρως και ως εκ τούτου δεν έχει αποτιμηθεί. Όλα ξεκίνησαν αφελώς. Οι τράπεζες εθισμένες στα συνεχώς αυξανόμενα κέρδη, έδιναν αφειδώς στεγαστικά δάνεια χωρίς την παραμικρή εξασφάλιση. Στη συνέχεια τα τιτλοποιούσαν και πάνω τους στήριζαν διαφόρων ειδών επενδυτικά προϊόντα, μια μορφή των οποίων είναι και τα γνωστά μας δομημένα ομόλογα. Μόνο που αυτά στην πορεία αποδείχτηκαν ιδιαίτερα τοξικά. Όταν οι τιμές πήραν την ανηφόρα και εκτινάχτηκε απότομα το κόστος ζωής λόγω της ανόδου της τιμής του πετρελαίου, η φούσκα έσκασε με θόρυβο παταγώδη. Οι δανειολήπτες αδυνατούσαν να εξυπηρετήσουν τα δάνεια κι οι τράπεζες να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους. Κάποιες εξαγοράστηκαν όσο-όσο και κάποιες απλά έβαλαν λουκέτο. Το ντόμινο ωστόσο μόλις είχε αρχίσει. Σήμερα τα χρηματιστήρια βυθίζονται, αξίες εκμηδενίζονται και κράτη όπως η Ισλανδία, βρίσκονται αντιμέτωπα με τη χρεοκοπία.
Έφτασε το τέλος του καπιταλισμού; Αυτό είναι ένα ερώτημα που βασανίζει όλο και περισσότερους. Οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων δείχνουν να τα έχουν προς το παρόν χαμένα, αφού το μέτρο της συνεχούς χρηματοδότησης του συστήματος αδυνατεί να δώσει τέλος στην κρίση. Οι σπασμωδικές τους κινήσεις επιτείνουν το πρόβλημα και έντρομοι εγκαταλείπουν άρον-άρον τον άκρατο νεοφιλελευθερισμό στον οποίο ήταν δογματικά προσηλωμένοι και θέτουν σ’ εφαρμογή μέτρα που μέχρι τώρα αποκήρυτταν μετά βδελυγμίας. Τον κρατικό παρεμβατισμό δηλαδή και τις κρατικοποιήσεις. Με τα λεφτά των φορολογουμένων βεβαίως, βεβαίως. Γιατί τις ζημιές πρέπει να τις επιμεριστούν οι πολλοί ενώ τα άνομα κέρδη λίγοι. Θα επιτύχουν τον στόχο τους; Κανείς δεν το γνωρίζει αυτή την ώρα. Για τον άνθρωπο βέβαια δεν νοιάζεται κανείς τους. Για τους νεοάστεγους και τους νεόπτωχους που δημιούργησαν δεν υπάρχει έλεος. Για τις τράπεζες γίνονται όλα και γι’ αυτούς που δημιούργησαν την κρίση, γιατί «το σύστημα» πρέπει πάση θυσία να διασωθεί.
Εδώ στην Ελλάδα τα πράγματα δείχνουν να είναι κάπως καλύτερα. Ίσως και να μας λυπήθηκε ο Θεός. Ίσως πάλι να ήμασταν τυχεροί μέσα στην καντεμιά που μας δέρνει γενικότερα. Το σκάνδαλο των ομολόγων που ξέσπασε έγκαιρα μας προφύλαξε από τα χειρότερα. Άκουγα χθες τον υπουργό οικονομίας να δηλώνει περίπου ευτυχής. Το ξεκαθάρισε πάντως. Η πολιτική του δεν αλλάζει. Την ώρα που ακόμη κι οι αμερικάνοι μιλούν για την ανάγκη φοροελαφρύνσεων και για ενίσχυση των ασθενέστερων τάξεων, εμείς επιμένουμε σε μια αδιέξοδη πολιτική βασισμένη στην αφαίμαξη. Η κρίση, κρίση δηλαδή και οι φόροι, φόροι.
Άντε, κι όπου βγει!

Τετάρτη, Οκτωβρίου 01, 2008

Το καράβι

Ήταν η Ρεθυμνιακή κάποτε. Η ναυτιλιακή που στήθηκε με τον μόχθο και τον οβολό των Ρεθεμνιωτών. Η εταιρεία που μας έκανε να νιώθουμε κάποιοι. Πέρασε δυσκολίες η Ρεθυμνιακή. Φουρτούνες μεγάλες. Από τον «Νέαρχο», τα δικαστήρια, τις οικονομικές δυσχέρειες. Άντεξε όμως, έκανε το σκατό της παξιμάδι και τα έβγαλε πέρα. Γιατί παρά το μακρύ και το κοντό που λέγαμε στην πρώτη ευκαιρία, τις γκρίνιες και την εύκολη κριτική, άλλος λίγο άλλος πολύ, τη στηρίξαμε.
Μετά από χίλια βάσανα αγόρασε το «Αρκάδι». Γερό σκαρί και καλοτάξιδο. Ομορφοσχεδιασμένο και άνετο που έκανε το περιπετειώδες, μέχρι τότε, ταξίδι για τον Πειραιά να μοιάζει με εκδρομούλα ευχάριστη. Στα σαλόνια του σμίγαμε γνωστοί και άγνωστοι. Παραπονιόμασταν, σχολιάζαμε την επικαιρότητα, λέγαμε τον καημό μας και καμαρώναμε σαν γύφτικα σκεπάρνια που είχαμε πάψει επιτέλους να είμαστε τα αποπαίδια της Κρήτης, παραπεταμένα στα μεγάλα λιμάνια του Κάστρου και της Σούδας. Ταξιδιώτες φτωχοί, παρακατιανοί, με τις βαλίτσες και τα δέματα στα χέρια και τα κοφίνια στους ώμους. Ενώ τώρα; Μεγαλεία να δούνε τα μάτια σου! Με ντόπιο το μεγαλύτερο μέρος του προσωπικού που μας υποδεχόταν πάντα με το χαμόγελο στα χείλη. Όλους. Νέους και γέρους, επώνυμους και μη. Επιβάτες του «μια στο τόσο» και περισσότερο τακτικούς, αυτούς που πεταγόντουσαν κάθε τρεις και λίγο στην Αθήνα για μια μέρα - με δύο διανυκτερεύσεις – κι είχαν κανονισμένο το πονηρό ραντεβουδάκι στο πλοίο. Δυο νύχτες ζάχαρη μακριά από μάτια αδιάκριτα, χωρίς υποψίες και κινδύνους γιατί ήταν «στη μια μπάντα» η Αθήνα. Μεγαλεία, σου λέω!
Άντεξε στις αναποδιές η εταιρεία. Έκανε αυξήσεις κεφαλαίου, πήρε δάνεια, μεγάλωσε κι αγόρασε και το δεύτερο καράβι, το «Πρέβελη». Εκεί να δεις καμάρι το Ρεθυμνάκι που έγινε ξαφνικά μικρομέγαλο και στεκόταν στα ίσια απέναντι στην ΑΝΕΚ και τη ΜΙΝΟΑΝ που μέχρι τότε μόνο δέος αισθανόταν σαν τις ατένιζε. Είχαμε καθημερινή σύνδεση με την Αθήνα. Το ένα πλοίο έφευγε κι ερχόταν το άλλο για να μη μείνει άδειο το λιμάνι της άμμου και το πιάσει το παράπονο. Γιατί, μη νομίζετε, ψυχή είχε κι αυτό. Στα πιο παλιά χρόνια το σνομπάριζαν τα ατμόπλοια που περνούσαν αραιά και που στ’ ανοιχτά και δεν του έδιναν σημασία ή έριχναν άγκυρα στα βαθιά και μας κουβαλούσαν, ανθρώπους και κτήνη, οι βάρκες ίσαμε την ανεμόσκαλα. Κι αυτό κατά διαστήματα και καλοκαίρι μόνο, γιατί τον χειμώνα σαν φρένιαζε ο βοριάς και σφύριζε, κάτι τεράστια κύματα, αφρισμένα, το κοπανούσαν με μανία. Σαν να είχαν προηγούμενα μαζί του κούκλωναν τον μόλο, που, ανήμπορος, αντιστεκόταν όσο μπορούσε κι άλλοτε άντεχε κι άλλοτε πάλι όχι.
Και τώρα, χειμώνα καλοκαίρι, με ζέστη και με κρύο, με μπουνάτσα και φουρτούνα, το Ρέθυμνο είχε κάθε μέρα καράβι. Κι ήταν ολοζώντανο το λιμάνι. Με φασαρία, φωνές, στριμωξίδι, βρισιές αλλά και με ανοιχτές αγκάλες και βουρκωμένα μάτια, ανάλογα με την περίπτωση. Κόσμος πολύς που πηγαινοερχόταν, συνεχές αλισβερίσι, κύριοι με samsonite, ακριβά κουστούμια και γραβάτες και φτωχοτουρίστες φορτωμένοι σαν γαϊδούρια τα ασήκωτα ογκώδη σακκίδια, με μακριά μαλλιά και σαγιονάρες. Αυτό ήταν το Ρέθυμνο τότε.
Θα μου πεις τώρα κι εσύ, και με το δίκιο σου, πού τα θυμήθηκες όλα αυτά; Γιατί σ’ αρέσει να ξύνεις πληγές; Γιατί είμαι Ρεθεμνιώτης, απαντώ, και πονώ, φίλε μου. Γιατί δεν αντέχω την εγκατάλειψη και την τόση κοροϊδία. Πολλοί θα πουν πως εμείς οι ίδιοι φταίμε. Την ξεπουλήσαμε τη Ρεθυμνιακή. Τη δώσαμε και πήραμε σαν αντίδωρο λίγες μετοχές προσδοκώντας υπεραξίες και γρήγορα κέρδη, που τελικά δεν ήρθαν ποτέ. Διαλύθηκε η ναυτιλιακή και πάει. Το «Αρκάδι» πουλήθηκε πρώτο κι ούτε ξέρουμε τι απόγινε. Άλλοι λένε πως κάηκε κι άλλοι πάλι, οι πιο ρομαντικοί, το θέλουν να πλέει μακριά, σ’ άλλες θάλασσες, παραπονεμένο και να ρωτά τ’ άλλα πλεούμενα, σαν τη γοργόνα του θρύλου, όχι για τον Μεγαλέξανδρο αλλά για το μικρό, επισφαλές, λιμανάκι της άμμου. Το «Πρέβελη» από την άλλη το ξαπόστειλαν άρον άρον σ’ άλλα λιμάνια, εκεί που οι γραμμές είναι, λέει, πιο κερδοφόρες κι απόμεινε το λιμανάκι της άμμου αδειανό και ξεχασμένο. Πάνε τα μεγαλεπήβολα σχέδια που έκανε πως θ’ αποκτήσει, τάχαμου, αδελφάκι, τη Μαρίνα, που θ’ άραζαν κότερα πολυτελή, πάνε οι κρουαζιέρες, πάνε οι χοροί, οι δεξιώσεις κι οι επίσημες τελετές στα καταστρώματα των πλοίων του.
«Τίποτα δεν θ’ αλλάξει», μας διαβεβαίωναν μετ’ επιτάσεως οι φίλοι μας της ΑΝΕΚ. Άλλωστε με τόσες μετοχές που είχαν οι Ρεθεμνιώτες στα χέρια τους, με σημαντική εκπροσώπηση στο διοικητικό συμβούλιο, τι είχαμε να φοβηθούμε; Από την άλλη το Χρηματιστήριο ανέβαινε συνεχώς. Περιουσίες ολόκληρες κέρδιζε ο κόσμος από τη μια μέρα στην άλλη, εμείς κορόιδα ήμασταν να μείνουμε με χέρια σταυρωμένα; Και μείναμε, ως συνήθως, στην «απέξω». Και τώρα; Τι γίνεται τώρα;
Δειλά στην αρχή, πιο δυνατά στη συνέχεια, άρχισαν ν’ ακούγονται κάποιες φωνές για τη δημιουργία μιας νέας ναυτιλιακής εταιρείας. Που θα φέρει καράβι. Που θα σπάσει τον αποκλεισμό του Ρεθύμνου. Που θα μας δώσει πίσω τη χαμένη μας αξιοπρέπεια. Όμορφες κουβέντες. Γλυκιές, μυρωδάτες κι αφράτες σαν παξιμάδι εφτάζυμο. Μαζί τους κι εγώ, σκέφτηκα. Μαζί τους κι όπου βγει.
Ώπα! Όπου βγει; Τι πάει να πει αυτό; Πάει να πει πως ενέχει ρίσκο μεγάλο η όλη προσπάθεια. Το 2008 δεν είναι η δεκαετία του ’80. Η αγορά γονάτισε από το τόσο βάρος που της φόρτωσαν και στενάζει. Ο κόσμος τα φέρνει δύσκολα βόλτα και λεφτά δεν μαζεύονται εύκολα. Ας πούμε όμως πως πεισμώνουμε, ανοίγουμε σεντούκια, βάζουμε χέρι στα «για ώρα ανάγκης» και μαζεύουμε και 30 και 50 εκατομμύρια. Τι γίνεται από κει κι ύστερα; Τώρα πια δεν υπάρχει προστατευτισμός κι ο ανταγωνισμός είναι μεγάλος. Θεριά ανήμερα είναι οι μεγάλοι παίκτες της αγοράς κι είναι έτοιμοι να κάνουν μια χαψιά τον πρώτο μικρό που θα συναντήσουν στο διάβα τους. Δείτε τι συμβαίνει γύρω μας. Διάλυσε η ΔΑΝΕ, πλέει τα λοίσθια η ΝΕΛ, την ίδια ώρα που κάνει γιουρούσι στις θάλασσες ο Βγενόπουλος με τη ΜΑRFIN του. Αυτά τα σημάδια έβλεπε από νωρίς ο μακαρίτης ο Σφηνιάς και προσπάθησε να γιγαντωθεί και να μονοπωλήσει το Αιγαίο. Όμως τα όνειρά του βούλιαξαν, δυστυχώς, μαζί με το «Σάμινα» κι αυτός είχε το γνωστό, άδοξο, τέλος.
Τα αποτελέσματα τα βλέπουμε και τα ζούμε. Ακόμη κι οι σκληροτράχηλοι Ηρακλειώτες, με τον άκρατο εγωισμό, τον τόσο κόσμο, τον τόσο πλούτο και την τόση επιρροή, δεν τα κατάφεραν να κρατήσουν την εταιρεία τους μέχρι τέλος κι έχουν τώρα έναν Ιταλό, τον Grimaldi, να τους κάνει κουμάντο. Θ’ αφήσουν όλοι αυτοί την όποια εταιρειούλα στήσουμε να ορθοποδήσει; Χλωμό, πολύ χλωμό, το βλέπω. Τι πρέπει να κάνουμε τότε; Ούτε κι εγώ το γνωρίζω. Νομίζω ωστόσο πως πρέπει να το βασανίσουμε το πράγμα πολύ. Να ερευνήσουμε προσεκτικά όλα τα ενδεχόμενα και να εξετάσουμε όλες τις πιθανές λύσεις. Και πάνω απ’ όλα να σπάσουμε το συντομότερο, με κάθε τρόπο, την απομόνωση του Ρεθύμνου. Να απαιτήσουμε δυναμικά από το Υπουργείο να βρει λύση. Ας επιδοτήσουν τη γραμμή, ας κάνουν ό,τι θέλουν. Στο κάτω της γραφής εκτός από το να βάζουν συνέχεια φόρους, ας κάνουν και καμιά δουλειά της προκοπής.

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 24, 2008

Συμπαράσταση

Όλους εσάς, τους άγνωστους φίλους bloggers, που αφήσατε σχόλιο με αφορμή την άδικη και αδικαιολόγητη μήνυση που κατατέθηκε τόσο εναντίον μου όσο και εναντίον της εφημερίδας «Κρητική Επιθεώρηση», σας ευχαριστώ.
Ειλικρινά με συγκίνησε το κύμα συμπαράστασης που εκδηλώθηκε αυθόρμητα, είτε με τη μορφή τηλεφωνημάτων και σχολίων είτε με μια απλή επίσκεψη στις ΑΘΙΒΟΛΕΣ.
Ήδη εκατοντάδες είναι αυτοί που με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο μού έχουν εκδηλώσει τη συμπάθεια και τη συμπαράσταση τους και είμαι υποχρεωμένος γι’ αυτό.
Νομίζω πως το θέμα μάς ενδιαφέρει όλους και πως μόνο ενωμένοι θα μπορέσουμε να καταφέρουμε κάτι. Σε ότι με αφορά, εξακολουθώ να είμαι ο ρομαντικός που πιστεύει, όπως και όλοι μας άλλωστε, πως προσφέρει υπηρεσία με το να δημοσιοποιεί και να σχολιάζει τα κακώς κείμενα.
Στο θέμα μας τώρα. Απολογήθηκα χθες στα πλαίσια της ΕΠΕΙΓΟΥΣΑΣ ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗΣ ΕΞΕΤΑΣΗΣ. Και βέβαια αρνήθηκα την κατηγορία, γιατί δεν θεωρώ τον εαυτό μου ούτε συκοφάντη ούτε δυσφημιστή ούτε διασπορέα ψευδών ειδήσεων.
Προς το παρόν εξακολουθώ να κυκλοφορώ ελεύθερος, βαθιά προβληματισμένος
, όμως.


Ψηφοφορία εδώ: όχι στη φίμωση

Τρίτη, Σεπτεμβρίου 23, 2008

Προσοχή !!! Μηνύσεις!

Πολλά πράγματα έχουμε παραξηγήσει σ’ αυτόν τον τόπο. Τον τρόπο που ζούμε και πολιτευόμαστε. Τον τρόπο που κάποιοι έχουν την απαίτηση να ασκούν την όποια εξουσία διαθέτουν. Την ανοχή του πολίτη, που τη θεωρούν δεδομένη, και που, σαν πληβείος την εποχή της ρωμαιοκρατίας, είναι υποχρεωμένος να σκύβει το κεφάλι και να δέχεται το αποτέλεσμα της αλαζονείας τους αδιαμαρτύρητα. Σ’ ένα κράτος της πλάκας που επικρατεί ΤΟ μπάχαλο, που ακόμη και υπουργοί αναγκάζονται να παραιτηθούν κάτω από το βάρος πρωτοφανών σκανδάλων, πώς να μη γιγαντωθεί το θράσος κι ο κάθε Προϊστάμενος της όποιας Δημόσιας Υπηρεσίας να μην παραξηγήσει τον ρόλο που του έχει αναθέσει η πολιτεία και που δεν είναι άλλος από την εφαρμογή των νόμων και την εξυπηρέτηση του πολίτη;
Δεν διαθέτω τίτλους και αξιώματα. Διεκδικώ όμως τον τιμητικό τίτλο του ενεργού, σκεπτόμενου και σκληρά φορολογούμενου έλληνα πολίτη, γι’ αυτό και διαθέτω αρκετό από τον ελεύθερο χρόνο μου προκειμένου να ενημερώσω, να σχολιάσω και να κριτικάρω πράξεις και παραλείψεις, στα πλαίσια πάντα των νόμων και του συντάγματος, μιας και, ευτυχώς από το 1974 και μετά, αυτός ο τόπος με τα όποια προβλήματά του, κυβερνάται δημοκρατικά.
Στα πλαίσια αυτά αρθρογραφώ σε τοπικές και αθηναϊκές εφημερίδες, μεταφέρω τον προβληματισμό μου και σχολιάζω, πολλές φορές δηκτικά, τα κακώς κείμενα. Δεν διεκδικώ του Πάπα το αλάθητο ούτε και εκχωρώ όμως το αυτονόητο αυτό δικαίωμά μου σε κανέναν. Το να μπορώ δηλαδή ελεύθερα και ανεμπόδιστα να εκφέρω την άποψή μου και θαρρετά να λέω τη γνώμη μου. Κι όμως κι αυτό το αναφαίρετο δικαίωμά μου επιχειρήθηκε να τεθεί πρόσφατα εν αμφιβόλω. Και να πώς. Μπαίνοντας στο γραφείο μου την Παρασκευή 19/9/2008 βρήκα να με περιμένει μία κλήση για ανάκριση μηνυομένου-εγκαλουμένου. Η αλήθεια είναι πως παραξενεύτηκα αφού δεν έχω διαφορές με κανέναν κι ούτε γνωρίζω να έχω διαπράξει κάποια αξιόποινη πράξη. Γι’ αυτό και περίεργος συνέχισα την ανάγνωση και με έκπληξη διαπίστωσα πως με είχε μηνύσει ο κ. Μιχάλης Δεληγιαννάκης, Προϊστάμενος της Πολεοδομίας Ρεθύμνου, επειδή θεώρησε πως αφορά αυτόν το άρθρο μου με τίτλο «Περί οικισμών, συνέχεια» που δημοσιεύτηκε στην «Κρητική Επιθεώρηση» της Τρίτης 1 Ιουλίου 2008 στη σελίδα 4.
Εκεί σχολίαζα το αδιέξοδο που έχει δημιουργηθεί με τη Ζώνη των 800 μέτρων που έχει οδηγήσει στην απόγνωση εκατοντάδες, αν όχι χιλιάδες, συμπολίτες μας και το έγγραφο του Νομάρχη που έθετε σε αμφισβήτηση και το Πολεοδομικό Σχέδιο των οικισμών Πανόρμου, Μπαλί, Πλακιά και της Αγίας Γαλήνης. Αντί δηλαδή να προσπαθήσουμε να λύσουμε ένα πρόβλημα που δημιουργήθηκε εκ του μηδενός, εξαιτίας λάθους χειρισμών και μόνο, ανοίγαμε μέτωπα νέα. Απορημένος έγραφα : «Κι εγώ, τώρα, ο αφελής, αναρωτιέμαι. Για κάτσε, κάτι δεν πάει καλά σ’ αυτή την ιστορία. Ή πάθαμε όλοι μαζί ομαδική παράκρουση ή χρειαζόμαστε επειγόντως ξεματιάστρα. Τον Νομάρχη, τον Γιώργη τον Παπαδάκη, τον γνωρίζω προσωπικά δεκαετίες ολόκληρες. Είναι άνθρωπος, κατά γενική ομολογία, σοβαρός, χαμηλών τόνων, δραστήριος. Κανείς δεν μπορεί να τον κατηγορήσει για επιπολαιότητα ή για αψυχολόγητες ενέργειες.
»Εκτός αν, άνθρωπος είναι κι αυτός, παρασύρθηκε από κακούς κι ανίκανους συμβούλους που όταν δεν μπορούν να παράξουν έργο βάζουν στόχο να χαλάσουν των άλλων για να τονίσουν έτσι την ύπαρξη και την ασημαντότητά τους. Και δεν εννοώ, βέβαια, την Αντινομάρχη, που χωρίς λόγο και αιτία, κάποιοι προσπαθούν να τη βάλουν στο μάτι του κυκλώνα. Άλλους εννοώ. Αυτούς που από το 2004 έχουν αρχειοθετήσει έγγραφο του ΥΠΕΧΩΔΕ χωρίς να κάνουν την παραμικρή ενέργεια» και έθετα κάποια ερωτήματα συγκεκριμένα. Έγραφα, λοιπόν: «Του τα είπαν; Από τότε έχουν περάσει 4 χρόνια. Έγινε κάτι; Μας ενόχλησε κάποιος ή μόνοι μας προσπαθούμε να βγάλουμε τα μάτια μας;» και τελείωνα με τη φράση «Ελάχιστα με ενδιαφέρει η αποκάλυψη αυτών που απεργάζονται κακά για την πόλη. Γνωστοί είναι σε όλους, όπως είναι γνωστός ο βίος και η πολιτεία τους. Το αποτέλεσμα είναι αυτό που με καίει. Πώς να μικρύνει το κακό, δηλαδή, κι όχι να σωπληθιάνει».
Αυτές τις παρατηρήσεις έκανα κι αυτά τα ερωτηματικά έθετα χωρίς να αναφέρομαι σε κανέναν ονομαστικά, πράγμα που δεν με ενδιέφερε άλλωστε. Με αγωνία περίμενα όλο αυτό το διάστημα κάποια επίσημη απάντηση κι αντί γι’ αυτήν εισέπραξα μια μήνυση από τον προαναφερόμενο κύριο που, χωρίς να αναφέρεται το όνομά του πουθενά επαναλαμβάνω, θεώρησε πως αυτόν αφορά.
Έτσι είναι, κύριοι, αν έτσι νομίζετε, αφού κάθε δημόσιος υπάλληλος αντί για υπηρέτης του πολίτη που πρέπει να είναι, θεωρεί τον εαυτό του υπεράνω πάσης αμφισβήτησης και κριτικής.






Ανανεωμένο: Nέα ανάρτηση 24/09/2008

Δηλώσεις συμπαράστασης από :

Κυκλάμινο βουνού

Φωτεινή S

Άνεμος-Εpanastato

Μάνος-Βusy bee

Eλληνικό Καφενείο

Άλκης-Άνεμος

Exastal

Info press

Kαταγγελίες

Αργολίδα

Τaxalia


HeLLeNiCReVeNgE

Πεντανόστιμη

Studio A-blog

Mamalia

Anti-hooliguns

Kouklinos

Eλευθερία και Ελευθερία

Hmerologiamotosykletas

Tα ασημένια μου

Bollywood

Citypress-gr




Σάββατο, Σεπτεμβρίου 13, 2008

Βρε, πάτε καλά;

Σε σας που ασκείτε κάθε μορφής εξουσία σ’ αυτόν τον τόπο απευθύνομαι.
Στους κυβερνώντες, στους αντιπολιτευόμενους, στους τοπικούς άρχοντες.
Έχετε καθόλου επαφή με την πραγματικότητα, ή μήπως ζείτε κάπου αλλού; Τη διαλύσατε, τη ρημάδα, την Ελλάδα! Το καταλάβατε; Την καταντήσατε περίγελο διεθνώς, ενώ παράλληλα οδηγήσατε τον πολύ κόσμο στην απόγνωση και την εξαθλίωση.
Σεμνά και ταπεινά διακήρυττε σε όλους τους τόνους ο πρωθυπουργός σας πως θα κυβερνήσει. Σαν αρχάγγελος επαγγελόταν πως θα φέρει την κάθαρση και θα ξεβρομίσει τη χώρα από το «άγος» της εποχής Σημίτη. Οι πολλοί, αηδιασμένοι από τα καμώματα της κυβέρνησης του «σοσιαλιστή» πρωθυπουργού, τον πίστεψαν και τον ψήφισαν. Θα επανασυστήσει το κράτος, υποσχόταν, θα συγκρουστεί με τα διαπλεκόμενα και τους νταβατζήδες, θα βάλει τάξη στο μπάχαλο, θα φέρει την ηθική στην πολιτική, θα, θα, θα… Κι από τότε μετράμε σκάνδαλα. Μικρά και μεγάλα, τόσα και με συχνότητα τέτοια, που είναι αδύνατον στον καθένα από μας να τα συγκρατήσει στη μνήμη του.
Σκάνδαλα οικονομικά, σκάνδαλα πολιτικά, περιβαλλοντικά, ηθικά, σκάνδαλα παντός καιρού και παντός είδους, που να σου σηκώνεται η τρίχα κάγκελο στην αναφορά τους και μόνο. Είδαμε τα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων να γίνονται ομόλογα δομημένα, κουμπάρους να περιφέρονται με χειροπέδες στους δρόμους, βίλλες να βαφτίζονται αναψυκτήρια, οικονομικούς μετανάστες να χαρακτηρίζονται φιλοξενούμενοι υπουργών, υπέργηρους επίδοξους εραστές να πεθαίνουν στα σκαλοπάτια της ανομίας και άλλους να πηδούν από τα μπαλκόνια των σπιτιών τους μέρα μεσημέρι, χωρίς να ιδρώνει το αυτί κανενός. Κι εγώ, ο αφελής, αναρωτιέμαι: Βρε, είσαστε με τα καλά σας ή να βάλω τις φωνές; Που μου βαφτίσατε μεταρρύθμιση το ξεπούλημα του ΟΤΕ στους Γερμανούς, των λιμανιών στους Κινέζους, το ξεχαρβάλωμα στην Παιδεία, τη διάλυση των ασφαλιστικών ταμείων και το άγριο πετσόκομμα των πάσης φύσεως ασφαλιστικών δικαιωμάτων;
Μόλις στο προηγούμενο άρθρο μου έγραφα πως κάθε σκάνδαλο που ξεσπά ξεχνιέται μόλις σκάσει μύτη το επόμενο. Αλήθεια, ποιος θυμάται σήμερα την υπόθεση Παυλίδη και τα όσα του καταμαρτυρούσαν; Ποιος θυμάται τις υποκλοπές, ποιος νοιάζεται για τη Siemens, τις off shore εταιρείες και τα νησιά Keyman; Ουδείς! Γιατί είναι η μπόχα του Βατοπεδίου τόσο μεγάλη που αναγκαστικά κλείσαμε μύτες, βουλώσαμε αυτιά και πατήσαμε delete στη μνήμη. Η κυβέρνηση της μηδενικής ανοχής μετεξελίχθηκε τάχιστα σε κυβέρνηση μηδενικής αντοχής στην πρόκληση του χρήματος. Αλαζόνες εν ενεργεία βουλιμικοί και άρπαγες υπουργοί, πλουτίζουν ακόμη και διά των συζύγων τους. Άλλος μέσω των ΜΜΕ, άλλος μέσω real estate κι άλλος ελέω συμβολαιογραφείων και ανταλλαξίμων. Βρε, πάτε καλά;
Στην Ελβετία τέθηκε προ ημερών σε εφαρμογή το πείραμα των πειραμάτων με τον γιγάντιο επιταχυντή που θα αποκαλύψει τα μυστικά της δημιουργίας του σύμπαντος κι εδώ στην Ελλαδίτσα το μέγα πείραμα του γρήγορου πλουτισμού των επιτηδείων βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη με σχετική, μέχρι την ώρα, επιτυχία. Κι οι θεσμοί; Η δικαιοσύνη, ο τύπος, η αντιπολίτευση τι κάνουν; Πολύ καλά, ευχαριστώ! Έχουν πήξει στη δουλειά όλοι τους. Οι δικαστές δεν προλαβαίνουν να στέλνουν υποθέσεις στο αρχείο, τα ΜΜΕ κάνουν, ως συνήθως, τα παιχνιδάκια τους κι η αντιπολίτευση περί άλλων τυρβάζει. Κι όταν παραζορίσει το πράγμα και παραιτηθεί κανένας υπουργός, έτσι για ξεκάρφωμα, το γαϊτανάκι των τηλεοπτικών παραθύρων καλά κρατεί.
Εδώ το παιχνίδι έχει παραχοντρύνει κι αν η κατάσταση δεν ήταν τόσο τραγική θα έβγαζε πολύ γέλιο. Το ΠΑΣΟΚ, το κόμμα που φιλοδοξεί να κυβερνήσει, αντί να σημάνει γενικό συναγερμό ενάντια στην πιο άθλια διακυβέρνηση της μεταπολεμικής τουλάχιστον περιόδου, αρκείται σε χλιαρές ανακοινώσεις και πέφτει γονατιστό στα πόδια του Τσίπρα και του Αλαβάνου εκλιπαρώντας τους για μια συνεργασία που αυτοί δεν θέλουν, γιατί απλά δεν έχουν ούτε τη θέληση ούτε τη μπόρεση να αναλάβουν ευθύνες. Δεν έχουν ιδέες και δεν μπορούν να δώσουν όραμα και διέξοδο στα πιεστικά προβλήματα των πολιτών. Ένα κόμμα διαμαρτυρίας και ρητορικών σχημάτων είναι, που το εκφράζουν ο ένας με μάγκικο κι ο άλλος με αλάνικο ύφος ,διανθισμένο με μπόλικη αφ’ υψηλού αντιμετώπιση και ψευτοκουλτούρα. Βρε, πάτε καλά;
Για το ΚΚΕ έτσι κι αλλιώς τα πράγματα είναι πιο απλά. Όλη τη φαντασία, όλη τη ρητορική και την όποια αγωνιστικότητα του έχει απομείνει, δεν την στρέφει ενάντια στην επικίνδυνη και αντιλαϊκή κυβέρνηση των σκανδάλων, αλλά εγκλωβισμένο στη λογική «Τι Πλαστήρας, τι Παπάγος» που το βασανίζει χρόνια, ενάντια στα λοιπά αντιπολιτευόμενα κόμματα, γιατί απ’ αυτά θεωρεί πως κινδυνεύει. Μην του πάρει την πρωτοκαθεδρία του αριστερισμού ο ΣΥΡΙΖΑ φοβάται, και στάξει η ουρά του γαϊδάρου. Βρε, είσαστε με τα καλά σας; Εδώ διαλύεται το σύμπαν, βάζουν φόρους ακόμη και στον αέρα που αναπνέουμε, η ακρίβεια εξωθεί όλο και περισσότερους στα όρια της φτώχειας, στα υψηλά κλιμάκια όλοι έχουν στρωθεί στο μεγάλο φαγοπότι κι εσείς ασχολείστε με τέτοια;
Η ακρίβεια που πνίγει τους πάντες και τσακίζει οικογενειακούς προϋπολογισμούς είναι εισαγόμενη, μας λένε. Η ανικανότητά τους όμως είναι εδώδιμη και εγχώρια. Θέλετε ένα μικρό παράδειγμα; Όταν είχε 147 δολάρια το βαρέλι το πετρέλαιο, η βενζίνη έφτασε στα 1,38 ευρώ το λίτρο. Τώρα που το πετρέλαιο έπεσε κάτω από τα 100, η βενζίνη πόσο πήγε; Στα 1,32 με το καλό και πολύ μας είναι.
Στα δικά μας τώρα. Ασφυκτιά το Ρέθυμνο απομονωμένο χωρίς το πλοίο που είχαμε συνηθίσει καθημερινά. Χωρίς έργα πουθενά, χωρίς προγραμματισμό τουλάχιστον, χωρίς προοπτική καμιά. Με τον τουρισμό να ακολουθεί συνεχή πτωτική πορεία, την αγορά να στενάζει-κι είναι καλοκαίρι ακόμη-και τις δημόσιες υπηρεσίες σε διάλυση πλήρη. Κι όμως επικρατεί τόση ησυχία, λες και ζούμε στη χώρα των Μακάρων. Ευτυχής ο, συμπαθής κατά τα άλλα, Νομάρχης, στο ρελαντί οι βουλευτές, σε αδράνεια πλήρη οι δήμαρχοι και τα σωματεία. Κι ύστερα ασχολούμαστε με το πού θα κοιτάζει ο Άγνωστος Στρατιώτης. Βρε, είμαστε με τα καλά μας;

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 10, 2008

Ένα μεγάλο ευχαριστώ στην Ιουστίνη Φραγκούλη


Η Ιουστίνη Φραγκούλη έγραψε

για το βιβλίο μου

"Η Αδελφότης των Στεναγμών" και

την ευχαριστώ πολύ γι' αυτό.

Παρασκευή, Αυγούστου 29, 2008

Ελλάς της μεταρρύθμισης-Ελλάς των φόρων-Ελλάς της ντόπας γενικώς και των «αδήλων πόρων»

Πήξαμε στη μεταρρύθμιση, ρε παιδιά. Ειλικρινά κάποιος πρέπει να τους πει να ανακόψουν ταχύτητα, γιατί με τη φόρα που έχουν πάρει θα ζαλιστούμε στο τέλος. Μέσα σε λιγότερο από πέντε χρόνια, επανασυστάθηκε το κράτος και, περιέργως πώς, αναγεννήθηκε σαν τον Φοίνικα. Σεμνά και ταπεινά καταπολεμήθηκε η γραφειοκρατία, ανασυγκροτήθηκε ο δημόσιος τομέας, μπήκε τάξη στα οικονομικά και μια ασφάλεια και μια τάξη επικρατεί απ’ άκρου εις άκρον της χώρας.
Μειώθηκε η ανεργία, αυξήθηκε το κατά κεφαλήν εισόδημα και ενώ πλήθος από κοινωνικά προγράμματα τρέχουν ήδη, συνεχώς εξαγγέλλονται νέα κι η Ελλάδα επάξια κατακτά τις πρώτες θέσεις στον κατάλογο των πλέον ευνομούμενων και οικονομικά εύρωστων χωρών.
Η αλήθεια είναι πως με είχε πάρει για λίγο ο ύπνος χωρίς να το καταλάβω και ξύπνησα απότομα. Στο υπνοδωμάτιό μου η τηλεόραση ήταν ακόμη ανοιχτή και μια γνώριμη φυσιογνωμία, αυτή του κ. Αλογοσκούφη, με ύφος χιλίων καρδιναλίων, έκανε δηλώσεις. Κάτι για φορολογική μεταρρύθμιση και ελάφρυνση των ασθενέστερων πήρε τ’ αυτί μου και, ήθελα δεν ήθελα, άνοιξα διάπλατα τα μάτια. Έτοιμος ήμουν να πεταχτώ πάνω πανηγυρίζοντας, όταν άρχισε η εξειδίκευση των μέτρων.
-Καταργείται το αφορολόγητο των μικρομεσαίων εμπόρων και λοιπών ελεύθερων επαγγελματιών, με το ατράνταχτο επιχείρημα πως φοροδιαφεύγουν και το κράτος αδυνατεί να τους ελέγξει.
-Επιβάλλεται ενιαίο τέλος ακινήτων ίδιο για όλους. Πλούσιους και φτωχούς.
-Αυξάνονται κατά 20% τα τέλη κυκλοφορίας των πάσης φύσεως τροχοφόρων.
-Αυξάνεται στο 80% η προκαταβολή του φόρου Ανωνύμων Εταιρειών.
-Επιβάλλεται πρόσθετος φόρος 10% στα μερίσματα από μετοχές.
-Φορολογούνται τα stock options,
κι αυτά είναι μόνο η πρώτη δόση, λέει. Από τον Οκτώβριο, με το καλό, όταν θα αρχίσει η σύνταξη του νέου προϋπολογισμού, θα έλθει η αύξηση στον φόρο κατανάλωσης καυσίμων, θα ακολουθήσουν οι συνήθεις ύποπτοι, τσιγάρα και ποτά, και πάει λέγοντας. Όσο για τον ΦΠΑ, αυτός παίζεται. Ε, να μην έχουμε και μια κάποια σχετική αγωνία να πορευόμαστε;
Πετάχτηκα πάνω. Αυτό δεν είναι φορολογική ελάφρυνση, φώναξα. Φοροκαταιγίδα είναι, φορομπηχτική πολιτική του κερατά. Ναι, αλλά εγώ το άκουσα με τ’ αυτιά μου. Άκουσα για εξορθολογισμό των φορολογικών εσόδων και για ελάφρυνση των ασθενεστέρων.
«Α, αυτό;» μου απαντά μια φωνή.
Είναι μια εξαγγελία, λέει, για μείωση του φορολογικού συντελεστή που θα ξεκινήσει από το 2010 και θα ολοκληρωθεί το 2014. Ζήσε Μάη μου, δηλαδή. Κι εντωμεταξύ δεν τιμαριθμοποιείται η φορολογική κλίμακα, κάτι που από μόνο του σημαίνει επιπλέον φόρους.
«Κι οι μεταρρυθμίσεις που μου κοπανάνε κάθε τόσο;»
«Δεν τις είδες;» μου απαντά η ίδια φωνή.
«Πού, ρε παιδιά;»
«Στο ασφαλιστικό, στην παιδεία, στον ΟΤΕ, στα λιμάνια, στα νερά, παντού. Εδώ χώνεψες την καλοκαιρινή φοροκαταιγίδα, που σου πλασάρισαν σαν ελάφρυνση, στις μεταρρυθμίσεις κόλλησες; Δεν έχεις καταλάβει ακόμη πως τα πάντα είναι θέμα σερβιρίσματος; Το περιτύλιγμα είναι που κάνει τη διαφορά, φίλε μου».
Ξάγρυπνος έμεινα όλη τη νύχτα περιμένοντας μάταια τις αντιδράσεις που δεν ήρθαν. Ξεσηκωμό περίμενα. Διαμαρτυρίες έντονες, συλλαλητήρια και απεργίες γενικές. Κι αντί γι’ αυτό, κάτι πήγε να ψελλίσει το ΠΑΣΟΚ κι όπως κάθε φορά βρέθηκε κολλημένο στον τοίχο με την μόνιμη επωδό «Εσείς κάνατε χειρότερα», να το ’χει πάρει στο κατόπι. Και με το δίκιο τους, εδώ που τα λέμε, του συμπεριφέρονται έτσι. Αφού αυτό το ίδιο δεν βγήκε πρώτο να καταδικάσει την εποχή Σημίτη, που γιγάντωσε τη διαφθορά κι άφησε πίσω της έργο σπουδαίο μεν, αλλά στάχτη και μπούρμπερη στην οικονομία, το κράτος και τα δημόσια ταμεία, καλά να πάθει. Από την αρχή, από το 2004, θα έπρεπε να έχει πάρει αποστάσεις και σιγά-σιγά, δειλά-δειλά, να έχει αρχίσει να ξεδιπλώνει ένα πρόγραμμα που να δίνει ελπίδα στον λαό, αλλά πού!
Όσο για το ΚΚΕ, εκεί πραγματικά η κατάσταση είναι «άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε». Έτσι κι αλλιώς, τα τελευταία τουλάχιστον χρόνια, ποτέ του δεν είδε σαν αντίπαλο τη Δεξιά. Με την αντιπολίτευση τα βάζει, τα συνδικάτα αντιμάχεται και τον ΣΥΡΙΖΑ, που τον θεωρεί επικίνδυνο επειδή του έσπασε το μονοπώλιο. Είπα ΣΥΡΙΖΑ και θυμήθηκα Τσίπρα και Αλαβάνο. Αυτοί πάλι, φίλε μου, ζουν σ’ ένα κόσμο μαγικό, λες κι ήρθαν από το υπερπέραν. Τους βλέπετε; Τους ακούτε; Μόνιμα με την απορία είναι. Εκφέρουν έναν λόγο καταγγελτικό, με ύφος δασκαλίστικο, σαν να μας μαλώνουν. Βλέπουν κάποια στραβά κι ανάποδα, τα επισημαίνουν, αλλά κρατούν επτασφράγιστο μυστικό τη λύση και δεν τη λένε για να μην τους την κλέψουμε.
Τι να κάνει κι ο έρμος ο λαός μόνος του, έτσι όπως τον κατάντησαν; Παραζαλισμένος παρακολουθεί τις εξελίξεις και προσπαθεί να τα φέρει βόλτα. Το «άρπαξε να φας και κλέψε να ’χεις» κατάντησε δόγμα. Σ’ όλες τις βαθμίδες. Σ’ όλες τις κοινωνικές τάξεις. Από τους δικαστές που αποφασίζουν για πάρτη τους αυξήσεις 80% την ώρα που γύρω τους καταρρέει το σύμπαν, μέχρι τους «κουμπάρους» και τους κάθε λογής μιζαδόρους.
Φταίνε κι αυτοί που τους τα δίνουν, θα πουν κάποιοι. Φταίμε κι εμείς που τους ανεχόμαστε, λέω εγώ. Ένα καινούριο σκάνδαλο έρχεται κάθε φορά για να επισκιάσει το προηγούμενο που πέφτει στην αφάνεια, ξεχνιέται και πάμε γι’ άλλα. Μεγαλόσχημα στελέχη, διοικητές και πρόεδροι, δραστήριοι σύμβουλοι και ιδιαίτεροι υπουργών πιάστηκαν στα πράσα. Άλλοι απ’ αυτούς απλώς έπαιρναν δώρα ή δεχόντουσαν εξυπηρετήσεις κι άλλοι απαιτούσαν «άδηλους πόρους», σαν την αλήστου μνήμης Φρειδερίκη, και δεν ιδρώνει το αυτί κανενός. Η δραστήρια, κατά τα άλλα, και υπερκινητική Δικαιοσύνη, συνήθως επιλαμβάνεται ανόρεχτα, για την τιμή των όπλων, θα έλεγα, και μόλις σβήσουν τα φώτα της δημοσιότητας στοιβιάζουν τις δικογραφίες στο αρχείο που δεν λέει να γεμίσει. Κι έρχεσαι τώρα εσύ, συμπολίτη αφελή, κι αναρωτιέσαι αν πρέπει να αμφισβητήσεις τα λόγια τού φτωχού, επίδοξου, Ολυμπιονίκη πως τάχα μου του έκαναν σαμποτάζ και δεν τον τσάκωσαν τίγκα στην ντόπα.
Α, ρε Παπακωνσταντίνου, με τα ωραία σου! Μόνο που εκείνο το «Οδός Ελλήνων, οδός εκείνων…» θα πρέπει να το μετατρέψεις σε «Ελλάς της μεταρρύθμισης, Ελλάς των φόρων, Ελλάς της ντόπας γενικώς, και των «αδήλων πόρων».


Οδός Ελλήνων-Βασίλης Παπακωνσταντίνου

Δευτέρα, Αυγούστου 25, 2008

Ένα «συγγνώμη, ρε φίλε», είναι αρκετό

Τόσο απλό, αλλά και τόσο δύσκολο να ειπωθεί. Η ζωή μας όλη είναι κρεμασμένη τελικά σε μια λέξη τόσο εύκολη που όμως, εντέλει, δεν εκφέρεται, και να το αποτέλεσμα. Τρελάθηκε ο κόσμος ξαφνικά το φετινό καλοκαίρι. Καβγάδες άγριοι, συμπλοκές βίαιες, μαχαιρώματα, πιστολίδι, φονικά παράλογα με τόση μανία εκτελεσμένα που να σου σηκώνεται η πέτσα από την περιγραφή και μόνο.
Λέτε οι ζέστες να είναι η αιτία; Από την άλλη δεν είχαμε καύσωνες βασανιστικούς φέτος, τέτοιους που να δικαιολογούν ομαδική παράκρουση. Τότε, τι φταίει; Η κακή μας ανατροφή, λέω εγώ. Η αγωγή που λείπει, η έλλειψη σεβασμού προς τον συνάνθρωπο, η παντελής απουσία αστυνόμευσης, η πολλή δημοκρατία που βλάπτει. Η κακώς νοούμενη ελευθερία που ο καθένας την αντιλαμβάνεται όπως τον συμφέρει.
«Ελευθερία για τον Έλληνα θα πει ανελευθέρως
ουρείν τε και συνέρχεσθαι εις όποιο θέλει μέρος», έγραφε σκωπτικά ο Σουρής κάποτε.
Εντάξει, το κατανοήσαμε αυτό. Πλήρως. Δεν κατουράμε πια στους δρόμους και στις γωνίες των σπιτιών, σαν τα σκυλιά. Όσο για τις συναθροίσεις, αυτές δεν ενοχλούν τώρα, τουλάχιστον όσο παλαιότερα. Με τα άλλα όμως τα μικρά, τα καθημερινά, τι γίνεται;
Παρακολούθησα το επεισόδιο με τη Φωτεινή Πιπιλή που πήρε σβάρνα τα κανάλια και μας έκραζε με αφορμή ένα πρόχειρα παρατημένο ποδήλατο που έπεσε (;) και τη χτύπησε στο χέρι. Τα «πήρε στο κρανίο» η γυναίκα από την αδιαφορία και το θράσος, λέει, και δεν άφησε ΜΜΕ παραπονεμένο. Ευτυχώς που ο Δήμαρχος, ο Γιώργος Μαρινάκης, βγήκε και της απάντησε πολύ εύστοχα και πολύ διπλωματικά. Και πολύ καλώς έπραξε, εδώ που τα λέμε. Σαν Δήμαρχος της πόλης και σαν δικηγόρος έμπειρος που είναι, το έφερε από δω το γύρισε από κει, τα μπάλωσε τα πράγματα, αν και επί της ουσίας πιστεύω πως κι ο ίδιος είχε πειστεί πως η κ. Πιπιλή είχε δίκιο, άσχετα τώρα αν με την αντίδρασή της το έχασε.
Όμως ο άλλος, ο ποδηλάτης, τι έκανε; Τον ακούσατε; Τον διαβάσατε; Χάρη τής έκανε που δεν την έδειρε στο τέλος. Τόσο απλά, τόσο εύκολα. Γιατί έτσι μας έχουν μάθει ν’ αντιδρούμε. Το να πεταχτεί πάνω στη στιγμή, ας πούμε, να βοηθήσει τη χτυπημένη γυναίκα, να ενδιαφερθεί γι’ αυτήν και να της πετάξει κι ένα «συγγνώμη» από πάνω, δεν του πήγαινε; Η μύτη θα του έπεφτε; Κι αν στη θέση τής κ. Πιπιλή ήταν κάποιος «τρελός» τι θα γινόταν; Να σας πω εγώ. Πάλι θα χυνόταν αίμα στο Ρέθυμνο έτσι όπως το έχουμε καταντήσει. Πάλι ανταποκρίσεις θα είχαμε, πάλι ψηφίσματα καταδικαστικά, δημοσιεύματα και σιωπηλές πορείες. Τέτοιοι είμαστε, δυστυχώς, κι αν δεν με πιστεύετε, ακούσετε και τούτο.
Η σκηνή είναι αυθεντική. Σάββατο απόγευμα στον Παλιό Εθνικό δρόμο, στου Σταυρωμένου. Δυο θηριώδη, διπλοκάμπινα 4Χ4 είναι σταματημένα με τη μηχανή αναμμένη. Ένα σε κάθε λωρίδα κυκλοφορίας. Κλειστός, αναγκαστικά, ο δρόμος κι οι οδηγοί τους, σαν να έκαναν το πιο φυσιολογικό πράγμα του κόσμου, είχαν τα τζάμια κατεβασμένα και το είχαν ρίξει στη συζήτηση. Πίσω από το ένα, σταματημένος εγώ.
«Θα τελειώσουν», σκέφτομαι, «ας κάνω λιγάκι υπομονή».
Η συζήτηση, ωστόσο, τραβάει σε μάκρος κι εγώ βιάζομαι. Αποφασίζω να πατήσω την κόρνα. Ένα χέρι βγαίνει από το αυτοκίνητο που είναι σταματημένο μπροστά μου και μου κάνει νόημα να περιμένω. Συμμορφώνομαι, τι άλλο να κάνω; Κάποτε αγανακτώ και τολμώ να κορνάρω ξανά. Το ίδιο χέρι ξαναβγαίνει από το παράθυρο, μόνο που αυτή τη φορά μου δίνει μια μούτζα μεγαλόπρεπη, πεντάλφα βασιλική, που έλεγε ο αμίμητος Τάσος Γιαννόπουλος στην παλιά καλή ελληνική ταινία «Η σωφερίνα» με Παπαγιαννόπουλο, Αυλωνίτη και Βουγιουκλάκη.
Πριν τρελαθώ εντελώς, κάνω όπισθεν, γυρίζω πίσω κι εξαφανίζομαι, ενώ στο μυαλό μου στριφογυρίζει η εντεκάτη εντολή, αυτή που λέει, «ου μπλέξεις».
Σκηνή δεύτερη, αυθεντικότατη. Φρέσκια αυτή, της ημέρας, σαν ψάρι σπαρταριστό. Παρασκευή 22 του μήνα, ώρα 4,35 το απόγευμα. Βγαίνω από το γραφείο μου στη Σήφη Βλαστού, ανεβαίνω την 44ου Συντάγματος και σταματώ στο τέλος της για να βγω στη λεωφόρο. Στα δεξιά μου, επί της λεωφόρου, με πρόσωπο προς τα Χανιά, είναι σταματημένο ένα 4Χ4. Εντελώς απρόσμενα τη δίνει του οδηγού του και κάνει πίσω, για να μπει με την όπισθεν στην 44ου Συντάγματος.
«Θα πέσει πάνω μου», προλαβαίνω να σκεφτώ κι αρχίζω να κορνάρω με μανία για να με αντιληφθεί. Σιγά να μη με άκουγε. Μόνο τον χτύπο κατάλαβε και κοκάλωσε. Ανοίγω το τζάμι του συνοδηγού.
«Δεν με είδες, χριστιανέ μου;» του λέω αγανακτισμένος. «Δεν άκουσες τα κορναρίσματα;»
Με κοιτά ατάραχος. «’εν έπαθες πράμα, μόνο σάλεβγε!» μου απαντά.
Κατεβαίνω κάτω. Βλέπω το 4Χ4 σφηνωμένο στην πίσω δεξιά πλευρά του αυτοκινήτου μου.
«Κάμε μια ολιά πίσω και δρόμο!» συνεχίζει.
Λύνω το χειρόφρενο, μετακινώ λίγο το αυτοκίνητο και κατεβαίνω ξανά.
«Πώς δεν μου έκανες ζημιά;» τον ρωτώ. «Δεν βλέπεις;»
«Εγούγια σου, καημένε!» ήρθε πληρωμένη η απάντηση.
Του ρίχνω μια ματιά. Είναι δεν είναι 30 χρονών. Θα μπορούσε κάλλιστα να είναι γιος μου. Ο λόγος του αψύς και στο πρόσωπό του αποτυπωμένη κακία ανάμεικτη με αγριάδα.
Μπαίνω στ’ αυτοκίνητο κι εξαφανίζομαι, ενώ το «ου μπλέξεις» του νεοέλληνα με καταδιώκει. Ευτυχώς που η ζημιά ήταν μικρή γιατί ούτε για ασφάλειες νοιάστηκα ούτε νούμερα συγκράτησα.
Αυτοί είμαστε, φίλε μου, Δήμαρχε κι ακόμη χειρότεροι. Και μη μου πεις πως τέτοια συμβάντα και τέτοιες συμπεριφορές δεν συμβαίνουν καθημερινά. Τώρα, τι πρέπει να γίνει ή πού οδηγούμαστε, είναι άλλου παπά ευαγγέλιο. Μόνο ένα πράγμα δεν μπορώ να καταλάβω. Ένα «συγγνώμη, ρε φίλε», τόσο απλό στο να ειπωθεί, γιατί δεν λέγεται τελικά; Ανώδυνο είναι, προλαβαίνει όμως τα χειρότερα. Ή μήπως έχω κι εδώ άδικο;

Τετάρτη, Ιουλίου 23, 2008

Νοιάζομαι για τον Δήμο μου….παλεύω για τα παιδιά μου

Πολλά ακούγονται κι ακόμη περισσότερες φήμες κυκλοφορούν για τον σχεδιαζόμενο Καποδίστρια 2. Κι όσο αυτές δεν διευκρινίζονται ή δεν διαψεύδονται, τόσο εμπλουτίζονται και γίνονται περίπλοκα σενάρια με παραλλαγές πάμπολλες και εικασίες δικαιολογημένες ή μη. Έτσι ο αρχικός ατομικός προβληματισμός για το μέλλον του Δήμου Αρκαδίου έγινε ψίθυρος, σούσουρο και μισόλογα που δυνάμωσαν και μετεξελίχθηκαν σε συζητήσεις απροκάλυπτες στη συνέχεια. Όλα έδειχναν πως η ώρα για συλλογική δράση είχε φτάσει.
Από στόμα σε στόμα, χωρίς τυμπανοκρουσίες και προσκλήσεις επίσημες, μαζεύτηκε την περασμένη Κυριακή κόσμος πολύς στο ξενοδοχείο Σκαλέτα, της ομώνυμης περιοχής. Τόσος που ξάφνιασε ευχάριστα μιας και η εποχή, η μέρα και η ώρα, ελάχιστα συνηγορούσαν σ’ αυτό.
Στην κατάμεστη αίθουσα εκδηλώσεων ακολουθήθηκαν δημοκρατικές διαδικασίες από την αρχή. Μιας και δεν υπήρχε θεσμικό όργανο, κεντρικός σχεδιασμός, ούτε επικεφαλής της κίνησης πολιτών, εκλέχτηκε προεδρείο στο οποίο μετείχα μαζί με την Αντινομάρχη Μαρία Αρχοντάκη και τον φαρμακοποιό Γρηγόρη Τσιομπίκα.
Η αγωνία για τα τεκταινόμενα ήταν έκδηλη στα πρόσωπα όλων και ο γιατρός Κώστας Μαλάς που πήρε πρώτος τον λόγο έκανε μια ανασκόπηση της όλης κατάστασης, ανάπτυξε τη δική του άποψη και έθεσε ερωτήματα.
Αυτό που τονίστηκε εξαρχής ήταν τα τρία ΔΕΝ.
1. Η κίνηση αυτή ΔΕΝ καθοδηγείται από κανένα πολιτικό κόμμα. Άλλωστε κανείς εκπρόσωπός τους δεν παραβρισκόταν.
2. Η κίνηση αυτή ΔΕΝ είναι προεκλογική και
3. ΔΕΝ αποτελεί την απαρχή οργανωμένης αντιπολίτευσης στον Δήμο.
Αυτά ξεκαθάρισε ο Κώστας Μαλάς, τα ίδια υποστήριξε και η συντριπτική πλειοψηφία των παρόντων. Ο προβληματισμός ωστόσο παρέμεινε μέχρι το τέλος και η αγωνία για το τι μέλλει γενέσθαι. Έγιναν τοποθετήσεις και ερωτήσεις διευκρινιστικές και στο τέλος εκδόθηκε ψήφισμα με τα συμπεράσματα. Κρίθηκε σκόπιμο επίσης να εκλεγεί μία πενταμελής επιτροπή, στην οποία μετέχω, που θα επιδιώξει επαφές με τον Δήμαρχο, τον Νομάρχη, τους Βουλευτές του Νομού, άλλους Δημάρχους καθώς και με οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ή φορέα απαιτηθεί. Τα αποτελέσματα των επαφών αυτών θα γνωστοποιούνται άμεσα στους δημότες που είναι αποφασισμένοι να αγωνιστούν για να πετύχουν τους στόχους τους.
Χθες άκουσα πολύ προσεκτικά την άποψη του φίλου Δημάρχου Μανόλη Μανωλακάκη στο ραδιόφωνο. Δεν έλαβε, λέει, καμία πρωτοβουλία ενημέρωσης των δημοτών γιατί ακόμη δεν έχει καθορίσει η κυβέρνηση τα κριτήρια των συνενώσεων. Συγνώμη που το λέω, αγαπητέ μου Δήμαρχε, αλλά αυτό είναι που φοβόμαστε. Να αποφασίσουν, δηλαδή, άλλοι πριν από εμάς για εμάς και να μας σύρουν όπου θέλουν αυτοί κατά πώς τους συμφέρει. Αυτό ακριβώς είναι το επιχείρημά μας, ο προβληματισμός και η αγωνία μας. Εμείς επιζητούμε τον διάλογο. Να ακουστεί η θέση μας και να παλέψουμε για να γίνει αποδεκτή. Θεωρούμε πως σε βοηθά ακόμη και διαπραγματευτικά η θέση μας αυτή αφού αγωνιζόμαστε για ένα Δήμο αυτοτελή και ανεξάρτητο. Δεν είμαστε ωστόσο ούτε μονόχνωτοι ούτε δογματικοί γι’ αυτό και δεν είμαστε αρνητικοί σε τυχόν συνενώσεις αλλά με κάποιες προϋποθέσεις. Ποιες είναι αυτές; Πρώτον, να συμφωνούν και οι κάτοικοι των υπό συνένωση περιοχών και δεύτερο και κυριότερο, οι όποιες μεταβολές στα όρια των δήμων να γίνουν προγραμματισμένα και να είναι αποτέλεσμα μελετών που θα τεκμηριώνουν τη βιωσιμότητα των νέων δήμων.
Είναι αλήθεια πως η συντριπτική πλειοψηφία των συμμετεχόντων εξέφρασε την άποψη πως δεν πρέπει σε καμία περίπτωση ο Δήμος Αρκαδίου να επεκταθεί προς τα ανατολικά. Έχει όμως επιχειρήματα τέτοια που θεωρώ πως δεν είναι σωστό να τα αναφέρω εδώ και τυχόν προσπάθεια βίαιης επιβολής θα συναντήσει μεγάλες αντιδράσεις. Γι’ αυτό είμαστε εδώ και γι’ αυτό τον λόγο επιζητούμε τον διάλογο.

Τετάρτη, Ιουλίου 16, 2008

Ταξιδεύοντας στο Ρέθυμνο - Mιχάλης Τρούλης

Το έργο του πολυπράγμονα προέδρου της Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρείας Ρεθύμνου, του Μιχάλη Τρούλη, είναι γνωστό, όπως γνωστό είναι και το πάθος του για την έρευνα και την συγγραφή. Με δεδομένα όλα τα παραπάνω δεν με εξέπληξε εις το ελάχιστο το νέο του πόνημα.
«Ταξιδεύοντας στο Ρέθυμνο» είναι ο τίτλος του και πρόκειται να κυκλοφορήσει σύντομα, σύμφωνα με τις πληροφορίες που είμαι σε θέση να διαθέτω. Αρχικά, βέβαια, αιφνιδιάστηκα μιας και γνώριζα πως ήδη από το 1998 είχε κυκλοφορήσει το βιβλίο του «Ρέθυμνο-Ιστορία-Περιήγηση-Σύγχρονη ζωή» με παρόμοιο περιεχόμενο. Όμως η ζωή προχωρά με ρυθμούς ταχύτατους και πολλά είναι αυτά που άλλαξαν μέσα σε μια δεκαετία. Έτσι ο Μιχάλης Τρούλης από υπερβολική ευαισθησία και αίσθημα ευθύνης απέναντι στον αναγνώστη δεν κάθισε με σταυρωμένα χέρια. Αντί να επικαιροποιήσει ωστόσο το παλαιό, προχώρησε στην απαρχής συγγραφή. Έτσι το «Ταξιδεύοντας στο Ρέθυμνο» είναι στην ουσία ένα καινούριο βιβλίο αφού σ’ αυτό περιλαμβάνονται νέα κείμενα με πλέον ακριβείς πληροφορίες για το περιβάλλον, την αρχαιολογία, την ιστορία, την λαογραφία και την κοινωνιολογία. Επίσης όλο το εποπτικό υλικό, φωτογραφίες, χάρτες και σχέδια είναι εξ ολοκλήρου νέα μαζί με τις διαδρομές τόσο στην Παλιά και τη Νέα Πόλη του Ρεθύμνου όσο και στις επαρχίες, τους δήμους, τα χωριά και τους οικισμούς του Νομού που έχουν γίνει σαφέστερες και ακριβέστερες.
Είναι παραπάνω από βέβαιο πως το νέο βιβλίο θα εμπλουτίσει την βιβλιογραφία του Ρεθύμνου και θα αποτελέσει πολύτιμο οδηγό τόσο για τους επισκέπτες όσο και για τους μόνιμους κατοίκους του Νομού.

Δευτέρα, Ιουνίου 30, 2008

Περί οικισμών, συνέχεια

«Μα τώρα η ενέργεια κι η έγνοια έχει να κάνει
πώς να μικρύνει το κακό κι όχι να σωπληθιάνει», έγραφα προ ημερών σχολιάζοντας τον αναβρασμό και την εύλογη ανησυχία που διακατέχει τους πάντες για το θέμα των οικισμών. Αστοχία υλικών ονομάζουν οι εμπειρογνώμονες την αδυναμία ενός υλικού να ανταποκριθεί στις προδιαγραφές και κατά συνέπεια να μην αντέξει το βάρος υπό συγκεκριμένες συνθήκες. Ο ίδιος όρος μού έχει καρφωθεί στο μυαλό το τελευταίο διάστημα.
Χωρίς να είμαι ειδικός, ούτε δικηγόρος είμαι ούτε μηχανικός, θεωρώ πως κάποιες αστοχίες, παραλείψεις ίσως, αλλά πολύ περισσότερο λανθασμένες κινήσεις αρμοδίων και μη, έφεραν τον Νομό σε δύσκολη θέση και τους άμεσα ενδιαφερόμενους σε κατάσταση απελπισίας.
Φαντάζεστε τι σημαίνει να έχετε ένα οικόπεδο στη ζώνη των 800 μέτρων, να το θεωρείτε εντός οικισμού και κατά συνέπεια αξιοποιήσιμο, να φορολογείστε γι’ αυτό και ξαφνικά να σας λένε πως είναι κατάλληλο μόνο για να καλλιεργείτε πατάτες; Μπορείτε να φανταστείτε σε τι σημείο απόγνωσης έχουν φτάσει άνθρωποι που έχουν δανειστεί κι έχουν ένα σπίτι σε φάση ανέγερσης; Και πολύ περισσότερο εργολάβοι και κατασκευαστές που έχουν πουλήσει σπίτια και διαμερίσματα και δεν μπορούν να τα μεταβιβάσουν κανονικά; Αυτοί δηλαδή τι πρέπει να κάνουν; Να πάρουν τα όπλα, να βγουν στους δρόμους και να πουν αποθανέτω η ψυχή μου μετά των αλλοφύλων ή να αρχίσουν τις ομαδικές αυτοκτονίες;
Προς τιμήν του, ο Νομάρχης αντιλαμβανόμενος τότε το μέγεθος του προβλήματος, εκτός των άλλων ενεργειών, με έγγραφό του έδινε εντολή στην Πολεοδομία να εξακολουθήσει να εκδίδει οικοδομικές άδειες μέχρι την οριστική διευθέτηση του προβλήματος. Ανακούφισε προσωρινά τους ενδιαφερόμενους με την ενέργειά του αυτή και έθρεψε τις ελπίδες πως σύντομα θα βρεθεί λύση. Καταμηνύθηκε όμως γι’ αυτό και βρέθηκε κατηγορούμενος.
Σύσσωμοι φορείς και απλοί πολίτες βρεθήκαμε στο πλευρό του υπερασπιζόμενοι το αυτονόητο και υποστηρίζοντας πως δεν μπορεί να συνεχίσει αυτό το κράτος να λειτουργεί από κεκτημένη και μόνο ταχύτητα και να συμπεριφέρεται σαν αφερέγγυο και ανέντιμο κράτος της πλάκας.
Ο κόσμος μαστίζεται από χίλια δυο δεινά. Από την αλματώδη άνοδο της τιμής του πετρελαίου που οδηγεί στα ύψη τις τιμές, τινάζει προϋπολογισμούς στον αέρα και φέρνει πληθωρισμό και ύφεση. Η αγορά στενάζει από την ακρίβεια, η τουριστική σαιζόν δεν εξελίσσεται ομαλά, το Ρέθυμνο βρίσκεται αποκομμένο από την υπόλοιπη Ελλάδα, μιας και το μοναδικό μεταφορικό μέσον που υπήρχε, το καράβι, το πήραν κι αυτό, και βιώνει μια από τις χειρότερες χρονιές στην ιστορία του. Και την ώρα που φαινόταν κάποιο φως στην άκρη του τούνελ, που υπήρχαν διαβεβαιώσεις πως το θέμα των οικισμών βαίνει προς διευθέτηση, σαν βόμβα έσκασε το έγγραφο του Νομάρχη που θέτει σε αμφισβήτηση το Πολεοδομικό Σχέδιο των οικισμών του Πανόρμου, Μπαλί, Πλακιά και της Αγίας Γαλήνης. Οικισμών δηλαδή για τους οποίους δεν υπήρχε πρόβλημα και ούτε είχε τεθεί ποτέ το παραμικρό θέμα.
Κι εγώ, τώρα, ο αφελής, αναρωτιέμαι. Για κάτσε, κάτι δεν πάει καλά σ’ αυτή την ιστορία. Ή πάθαμε όλοι μαζί ομαδική παράκρουση ή χρειαζόμαστε επειγόντως ξεματιάστρα. Τον Νομάρχη, τον Γιώργη τον Παπαδάκη, τον γνωρίζω προσωπικά δεκαετίες ολόκληρες. Είναι άνθρωπος, κατά γενική ομολογία, σοβαρός, χαμηλών τόνων, δραστήριος. Κανείς δεν μπορεί να τον κατηγορήσει για επιπολαιότητα ή για αψυχολόγητες ενέργειες.
Εκτός αν, άνθρωπος είναι κι αυτός, παρασύρθηκε από κακούς κι ανίκανους συμβούλους που όταν δεν μπορούν να παράξουν έργο βάζουν στόχο να χαλάσουν των άλλων για να τονίσουν έτσι την ύπαρξη και την ασημαντότητά τους. Και δεν εννοώ, βέβαια, την Αντινομάρχη, που χωρίς λόγο και αιτία, κάποιοι προσπαθούν να τη βάλουν στο μάτι του κυκλώνα. Άλλους εννοώ. Αυτούς που από το 2004 έχουν αρχειοθετήσει έγγραφο του ΥΠΕΧΩΔΕ χωρίς να κάνουν την παραμικρή ενέργεια. Ενημέρωσαν τον Νομάρχη τότε; Του είπαν τι απαιτείται να γίνει και, εν πάση περιπτώσει, του γνωστοποίησαν πως «ακόμη και εάν είναι μη νόμιμες (οι μελέτες) αναπτύσσουν πλήρη έννομα αποτελέσματα μέχρις ότου ανακληθούν, καταργηθούν, ή ακυρωθούν»; Αυτά ανέφερε το έγγραφο μέσα. Του τα είπαν; Από τότε έχουν περάσει 4 χρόνια. Έγινε κάτι; Μας ενόχλησε κάποιος, ή μόνοι μας προσπαθούμε να βγάλουμε τα μάτια μας;
Ενός κακού μύρια έπονται, έλεγαν οι σοφοί μας πρόγονοι. Εδώ όμως δεν έχουμε άλλα περιθώρια. Χρειάζεται επαγρύπνηση συνεχής και αγώνας σκληρός για να μπορέσουμε να περισώσουμε ό,τι είναι δυνατόν να διασωθεί τώρα πια. Μην τα γκρεμίσουμε όλα και δημιουργήσουμε καταστάσεις χαοτικές και ανεξέλεγκτες. Ελάχιστα με ενδιαφέρει η αποκάλυψη αυτών που απεργάζονται κακά για την πόλη. Γνωστοί είναι σε όλους, όπως είναι γνωστός ο βίος και η πολιτεία τους. Το αποτέλεσμα είναι αυτό που με καίει. Πώς να μικρύνει το κακό, δηλαδή, κι όχι να σωπληθιάνει.